Τόριλ, (Toril Engeland ) η Νορβηγίδα και οι 24 που πυροβόλησαν και σκότοσαν στο Πολυτεχνείο.
Author -
mixanikos365
8:40 π.μ.
Η TORIL TEKLET ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ
Η Τόριλ, όπως και τα άλλα 24 παιδιά που σκοτόθηκαν εκείνη τη μέρα δεν υπήρξαν ποτέ και η χούντα υποστήρηξε πως πρόκειται για κάποιο είδος συνωμοσίας.
«Είναι κατανοητό πως άνθρωποι της χούντας θα έλεγαν εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο, αλλά όταν το λένε άνθρωποι σήμερα, αυτό είναι πολύ παράξενο» είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξή της στην αγγλόφωνη ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», η αδελφή της Τόριλ, Λιβ Κάρι Ένγκελαντ. Η Λιβ η οποία ζει στο Μολντ, μια πόλη 500 χλμ βορειοδυτικά του Όσλο, ήταν 18 ετών, ότι δηλαδή τραυματίστηκε θανάσιμα από πυροβολισμό το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου του 1973 κοντά στο Πολυτεχνείο.»
Λιβ Κάρι Ένγκελαντ
Πολυτεχνείο: Η Νορβηγίδα "Μόνα Λίζα" που έπεσε νεκρή από τις σφαίρες της χούντας - Ποια ήταν η Τόριλ Ενγκελαντ. Μία από τους νεκρούς του Πολυτεχνείου ήταν η Νορβηγίδα φοιτήτρια Τόριλ Ενγκελαντ - Ποια είναι η ιστορία της. Η Toril Margrethe Engeland του Per Reidar, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας δολοφονήθηκε στις 16/11/1973, γύρω στις 23.30 το βράδυ. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ» και αργότερα, νεκρή ήδη, στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του ΙΚΑ.
Το όνομα της Νορβηγίδας Τόριλ Μαργκρέτε Ενγκελαντ (Toril Margrethe Engeland) είναι μεταξύ των νεκρών που διαβάζονται κατά τις εκδηλώσεις της επετείου του Πολυτεχνείου.
«Σήμα κατατεθέν» της, η φωτογραφία διαβατηρίου της που αναδημοσιεύτηκε κατά τον χαμό της από τις εφημερίδες της χώρας της, και εξαιτίας αυτής της εικόνας, με τα μακριά ίσια μαλλιά και το ελαφρύ μειδίαμα, την είχαν χαρακτηρίσει ως τη «Μόνα Λίζα» της Νορβηγίας.
Πολυτεχνείο: Η Νορβηγίδα "Μόνα Λίζα" που έπεσε νεκρή από τις σφαίρες της χούντας - Ποια ήταν η Τόριλ Ενγκελαντ Μία από τους νεκρούς του Πολυτεχνείου ήταν η Νορβηγίδα φοιτήτρια Τόριλ Ενγκελαντ - Ποια είναι η ιστορία της. Aπό το 2002, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών το 2002, με διευθυντή τον Λεωνίδα Καλλιβρετάκη διεξήγαγε έρευνα με τίτλο "Τεκμηριώνοντας τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1973" για να διασαφηνίσει μεταξύ άλλων τον πραγματικό αριθμό και την ταυτότητα των νεκρών του Πολυτεχνείου. Μεταξύ αυτών ήταν και ένα κορίτσι από τη Νορβηγία, η Τόριλ Ενγκελαντ. Ο Τύπος της εποχής την αποκάλεσε "Μόνα Λίζα" για τα πυκνά, στιλπνά μακριά μαλλιά της και το συγκρατημένο χαμόγελό της. Πολυτεχνείο: Η Νορβηγίδα "Μόνα Λίζα" που έπεσε νεκρή από τις σφαίρες της χούντας - Ποια ήταν η Τόριλ Ενγκελαντ Το ταξίδι στην Ελλάδα που δεν είχε προγραμματίσει
Το κορίτσι από τη Νορβηγία ήταν το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά του Περ Ρέινταρ Ενγκελαντ, μηχανικού εταιρείας τηλεφωνίας και της Χέλγκα Μαργκρέτα. Η νεαρή Τόριλ σπούδαζε ιστορία της τέχνης στο Όσλο και το Παρίσι και λάτρευε τα ταξίδια και αυτό το πάθος της την είχε φέρει μέχρι την Ελλάδα.
Ήταν Μάιος του 1973 όταν η Τόριλ Ένγκελαντ έφτασε στη χώρα μας, σε ένα ταξίδι που δεν το είχε προγραμματίσει. Εκείνο το εξάμηνο είχε προγραμματίσει να δώσεις τις τελικές εξετάσεις για το πτυχίο της από το Πανεπιστήμιο του Όσλο αλλά ήταν ανήσυχο πνεύμα και θέλησε πρώτα να επισκεφθεί την Ιταλία για να θαυμάσει τα μουσεία της. Εκεί, γνώρισε κάποιους Αμερικανούς και τους ακολούθησε στην Κέρκυρα, όπου πέρασε το Πάσχα προτού καταλήξει στην Αθήνα. Όταν έφτασε στην ελληνική πρωτεύουσα έμεινε σε κάποιο ξενοδοχείο στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Η Τόριλ Ένγκελαντ φρόντιζε να κρατά ενήμερη με γράμματα ή τηλεφωνήματα στην οικογένειά της για το πού βρισκόταν. Η τελευταία φορά που επικοινώνησε η Τόριλ με τη μητέρα της ήταν το πρωί πριν σκοτωθεί. Κατά τις 23:30 το 22χρονο κορίτσι δέχτηκε πυρά, καθώς επέστρεφε στο ξενοδοχείο της από έναν κινηματογράφο. Σύμφωνα με το πιστοποιητικό θανάτου, ο διπλωματικός αντιπρόσωπος της Νορβηγίας στην Αθήνα δήλωσε ότι η Τόριλ πέθανε από "τραύματα στο στήθος και το λαιμό, αφού χτυπήθηκε από σφαίρα υψηλού διαμετρήματος".
ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΤΟΡΙΛ
Η διεθνής φοιτητική ταυτότητα της Τόριλ με τη σφραγίδα του Πανεπιστημίου του Όσλο και την ένδειξη από το Πανεπιστήμιο της Σορβόνης όπου είχε φοιτήσει με πρόγραμμα ανταλλαγής.
Δύο μέρες αργότερα από τον θάνατό της ένας κληρικός χτύπησε την πόρτα της οικογένειάς της και ενημέρωσε ότι η Τόριλ ήταν νεκρή.
ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΤΟΡΙΛ ΑΔΕΛΦΗ
Η αδελφή της Τόριλ, σε επίσκεψή της στο Πολυτεχνείο το 2013. Στον επίσημο κατάλογο των νεκρών του Πολυτεχνείου Σύμφωνα με την περιγραφή στον επίσημο προσωρινό κατάλογο νεκρών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, η Τόριλ καταγράφεται τέταρτη κατά χρονολογική σειρά θανάτου και αναφέρεται:
4. Toril Margrethe Engeland του Per Reidar, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο στήθος από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο ξενοδοχείο "Ακροπόλ" και αργότερα, νεκρή ήδη, στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως "Αιγυπτία Τουρίλ Τεκλέτ" και η παρεξήγηση αυτή επιβιώνει ακόμη σε κάποιους "καταλόγους νεκρών".
Στο παρακάτω ντοκιμαντέρ για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, εμφανίζονται πλάνα που τράβηξε κρυφά ο Νίκος Α. Βερνίκος από το παράθυρο ενός γωνιακού δωματίου στον πρώτο όροφο του ξενοδοχείου Ακροπόλ, απέναντι από το Πολυτεχνείο, από τις 14 ως τις 17 Νοεμβρίου. Για τη Νορβηγίδα φοιτήτρια, ο Βερνίκος έχει πει: "Θανάσιμα τραυματισμένη από πυρά, ξεψύχησε από αιμορραγία στην καρωτίδα στα χέρια μου και στα χέρια του Γιώργου Λαζαρίδη, οδοντογιατρού που τη μετέφερε νεκρή στον κοντινό Σταθμό Α’ Βοηθειών στην 3ης Σεπτεμβρίου. Στιγμές που ο χρόνος συμπυκνώνεται και τα δευτερόλεπτα μετράνε για αιώνες".
Η Χούντα χρυσώνει το χάπι
Ουδέποτε δεν αναρτήθηκε αυτό το σκίσου με την ερώτηση τι απέγινε η ΛΕΝΙΑ μου και η Χούντα για να χρυσώσει το χάπι μετά από μια ομαδική σφαγή αμάχων , το παρουσίασε σαν ψεύτικο ισχυρισμό ΜΟΝΑΔΙΚΟΥ νεκρού εμπνευσμένο από σαμπουάν , και επιμένει οτι οι 24 νεκροί καί οι χιλιάδες τραυματίες ήταν Ψέμα
Το ψεύτικο σκίτσο και η ο ισχυρισμός για το σαμπουάν και η διαβεβαίωση της χούντας ότι οι νεκροί του πολυτεχνείου ήταν παραμύθι
Η προσπάθεια να πληγεί η ουσία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και να αποκαθηλωθεί με κάθε τρόπο το μήνυμα αντίστασης ενός λαού έναντι οποιουδήποτε ολοκληρωτικού καθεστώτος, είναι προσπάθεια που συστηματικά βρίσκεται σε εξέλιξη πάρα πολλά χρόνια τώρα. Και τα “επιχειρήματα” όσων υποστηρίζουν με πάθος ότι το Πολυτεχνείο είναι ένας μύθος και τίποτα παραπάνω εστιάζονται στα εξής δύο: σ΄ όσους απλά εξαργύρωσαν τη συμμετοχή τους στην εξέγερση -και οι οποίοι είναι η απόλυτη μειοψηφία- και στην αμφισβήτηση ύπαρξης έστω και ενός νεκρού ως συνέπεια των γεγονότων!
Ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, μέλος τότε της Φοιτητικής Επιτροπής Αγώνα και πρόεδρος της συνέλευσης της Φιλοσοφικής Σχολής στο Πολυτεχνείο στις 16 Νοεμβρίου 1973, ε ιστορικός, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, με την έρευνά του που αποτυπώνεται στο εξαιρετικό κείμενο που ακολουθεί απαντά σ΄ όσους απλά μισούν όχι μόνο το Πολυτχενείο,αλλά οποιοδήποτε γεγονός έχει να κάνει με αντίσταση. Το κείμενο συνοδεύεται από τον ονομαστικό κατάλογο των θυμάτων αλλά κι έναν χάρτη πάνω στον οποίο έχουν αποτυπωθεί τα σημεία των Αθηνών όπου υπήρξαν νεκροί εκείνες τις ημέρες, μαζί με τις αστυνομικές ή στρατιωτικές δυνάμεις που ήταν κοντά στα σημεία που έπεσαν οι νεκροί. Πατήστε ΕΔΩ για να δείτε όλο το κατάλογο των νεκρών και τις φωτογραφίες τους.
Οι επώνυμοι νεκροί
Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών είχε προχωρήσει στην σύνταξη ενός προσωρινού καταλόγου των επώνυμων νεκρών των γεγονότων του Νοεμβρίου του 1973 κατά χρονολογική κατάταξη. Επίσης παρουσίασε και μια εικονική παράσταση των σημείων των δολοφονιών πάνω σε έναν χάρτη του κέντρου της Αθήνας.
Σπυρίδων Κοντομάρης του Αναστασίου, 57 ετών, δικηγόρος (πρώην βουλευτής Κερκύρας της Ένωσης Κέντρου), κάτοικος Αγίου Μελετίου, Αθήνα. Στις 16.11.1973, γύρω στις 20.30-21.00, ενώ βρισκόταν στη διασταύρωση οδών Γεωργίου Σταύρου & Σταδίου, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έρριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Διομήδης Κομνηνός του Ιωάννη, 17 ετών, μαθητής, κάτοικος Λευκάδος 7, Αθήνα. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.30 και 21.45, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στη διασταύρωση των οδών Αβέρωφ & Μάρνη, τραυματίστηκε θανάσιμα στην καρδιά από πυρά που έριξαν εναντίον του άνδρες της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών (όπως λεγόταν τότε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο).
Σωκράτης Μιχαήλ, 57 ετών, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας, κάτοικος Περιστερίου Αττικής. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.00 και 22.30, ενώ βρισκόταν μεταξύ των οδών Μπουμπουλίνας και Σόλωνος,προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έρριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να υποστεί απόφραξη της αριστεράς στεφανιαίας. Μεταφέρθηκε ημιθανής στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. (3ης Σεπτεμβρίου), όπου και πέθανε.
Toril Margrethe Engeland του Per Reidar, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο στήθος από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ» και αργότερα, νεκρή ήδη, στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως «Αιγυπτία Τουρίλ Τεκλέτ» και η παρεξήγηση αυτή επιβιώνει ακόμη σε κάποιους «καταλόγους νεκρών».
Βασίλειος Φάμελλος του Παναγιώτη, 26 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, από τον Πύργο Ηλείας, κάτοικος Κάσου 1, Κυψέλη, Αθήνα. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών.
Γεώργιος Σαμούρης του Ανδρέα, 22 ετών, φοιτητής Παντείου, από την Πάτρα, κάτοικος πλατείας Κουντουριώτου 7, Κουκάκι. Στις 16.11.1973 γύρω στις 24.00, ενώ βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή του Πολυτεχνείου (Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων), τραυματίστηκε θανάσιμα στον τράχηλο από πυρά της αστυνομίας. Μεταφέρθηκε στο πρόχειρο ιατρείο του Πολυτεχνείου, όπου απεβίωσε. Από εκεί μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως «Χαμουρλής».
Δημήτριος Κυριακόπουλος του Αντωνίου, 35 ετών, οικοδόμος, από τα Καλάβρυτα, κάτοικος Περιστερίου Αττικής. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973 ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια και στη συνέχεια κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, συνεπεία των οποίων πέθανε, από οξεία ρήξη αορτής, τρεις ημέρες αργότερα, στις 19.11.1973, ενώ μεταφερόταν στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ.
Σπύρος Μαρίνος του Διονυσίου, επονομαζόμενος Γεωργαράς, 31 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, από την Εξωχώρα Ζακύνθου. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973, ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Μεταφέρθηκε στο Θεραπευτήριο Πεντέλης, όπου πέθανε τη Δευτέρα, 19.11.1973, από οξύ αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Τάφηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου στις 9.9.1974, έγινε τελετή στη μνήμη του.
Νικόλαος Μαρκούλης του Πέτρου, 24 ετών, εργάτης, από το Παρθένι Θεσσαλονίκης, κάτοικος Χρηστομάνου 67, Σεπόλια, Αθήνα, εργάτης. Κατά τις πρωινές ώρες της 17.11.1973, ενώ βάδιζε στην πλατεία Βάθης, τραυματίστηκε στην κοιλιά από ριπή στρατιωτικής περιπόλου. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε τη Δευτέρα 19.11.1973.
Αικατερίνη Αργυροπούλου σύζυγος Αγγελή, 76 ετών, κάτοικος Κέννεντυ και Καλύμνου, Αγιοι Ανάργυροι Αττικής. Στις 10.00 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην αυλή του σπιτιού της, τραυματίστηκε στην
πλάτη από σφαίρα. Διακομίστηκε στην κλινική «Παμμακάριστος» (Κάτω Πατήσια), όπου νοσηλεύτηκε επί ένα μήνα και κατόπιν μεταφέρθηκε στο σπίτι της, όπου πέθανε συνεπεία του τραύματος της μετά από ένα εξάμηνο (Μάιος 1974).
Στυλιανός Καραγεώργης του Αγαμέμνονος, 19 ετών, οικοδόμος, κάτοικος Μιαούλη 38, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 10.15 το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στην οδό Πατησίων, μεταξύ των κινηματογράφων «ΑΕΛΑΩ» και «ΕΑΛΗΝΙΣ», τραυματίστηκε από ριπή πολυβόλου που έρριξε εναντίον τους περίπολος πεζοναυτών που επέβαινε ενός τεθωρακισμένου οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου πέθανε μετά από 12 μέρες, στις 30.11.1973.
Μάρκος Καραμανής του Δημητρίου, 23 ετών, ηλεκτρολόγος, από τον Πειραιά, κάτοικος Χίου 35, Αιγάλεω. Στις 10.30 περίπου το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα πολυκατοικίας επί της πλατείας Αιγύπτου 1, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά της στρατιωτικής φρουράς που ενέδρευε στην ταράτσα του Ο.Τ.Ε. (αυτουργός ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Αυμπέρης, 573ου Τάγματος Πεζικού). Μεταφέρθηκε στην κλινική «Παντάνασσα» (πλατεία Βικτωρίας), όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Αλέξανδρος Σπαρτίδης του Ευστρατίου, 16 ετών, μαθητής, από τον Πειραιά, κάτοικος Αγίας Λαύρας 80, Αθήνα. Στις 10.30 με 11.00 περίπου το πρωί της 17.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Κότσικα, τραυματίστηκε θανάσιμα στην κοιλιά από πυρά της στρατιωτικής φρουράς που ενέδρευε στην ταράτσα του Ο.Τ.Ε. (αυτουργός ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Δυμπέρης, 573ου Τάγματος Πεζικού). Με διαμπερές τραύμα μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου τον βρήκε νεκρό ο πατέρας του.
Δημήτριος Παπαϊωάννου, 60 ετών, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων, κάτοικος Αριστομένους 105, Αθήνα. Γύρω στις 11.30 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην πλατεία Ομονοίας, προσβλήθηκε από δα
κρυγόνα αέρια που έριχνε η Αστυνομία. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του, συνεπεία εμφράγματος.
Γεώργιος Γεριτσίδης του Αλεξάνδρου, 47 ετών, εφοριακός υπάλληλος, κάτοικος Ελπίδος 29, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 12.00 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητο του στα Νέα Λιόσια, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά που διέσχισαν τον ουρανό του αυτοκινήτου. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν.
Βασιλική Μπεκιάρη του Φωτίου, 17 ετών, εργαζόμενη μαθήτρια, από τα Αμπελάκια Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, κάτοικος Μεταγένους 8, Νέος Κόσμος. Στις 12.00 το μεσημέρι της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα του σπιτιού της, τραυματίστηκε θανάσιμα στον αυχένα από πυρά. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών και στη συνέχεια στον «Ευαγγελισμό», όπου πέθανε αυθημερόν.
Δημήτρης Θεοδώρας του Θεοφάνους, 5 ετών, κάτοικος Ανακρέοντος 2, Ζωγράφου. Στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ διέσχιζε με τη μητέρα του τη διασταύρωση της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας με τη λεωφόρο Παπάγου στου Ζωγράφου, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά στρατιωτικής περιπόλου με επικεφαλής αξιωματικό (πιθανόν ο ίλαρχος Σπυρίδων Σταθάκης του Κ.Ε.Τ/Θ), που βρισκόταν ακροβολισμένη στο λόφο του Αγίου Θεράποντος. Εξέπνευσε ακαριαία και όταν μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο των Παίδων, απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Αλέξανδρος Βασίλειος(Μπασρί) Καράκας, 43 ετών, Αφγανός τουρκικής υπηκοότητας, ταχυδακτυλουργός, κάτοικος Μύρων 10, Αγιος Παντελεήμονας, Αθήνα. Στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ βάδιζε με τον 13χρονο γιο του στη διασταύρωση των οδών Χέϋδεν και Αχαρνών, τραυματίστηκε θανάσιμα στην κοιλιά από ριπή μυδραλίου τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος. Μεταφέρθηκε απευθείας στο νεκροτομείο, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Αλέξανδρος Παπαθανασίου του Σπυρίδωνος, 59 ετών, συνταξιούχος εφοριακός, από το ΚεράσοΒο Αιτωλοακαρνανίας, κάτοικος Νάξου 116, Αθήνα. Στις 13.30 της 18.11.1973, ενώ βάδιζε με τις ανήλικες κόρες του στη διασταύρωση των οδών Δροσοπούλου και Κύθνου, απέναντι από το ΙΣΤ’ Αστυνομικό Τμήμα, βρέθηκε εν μέσω πυρών, προερχομένων από τους αστυνομικούς του Τμήματος, με αποτέλεσμα να πάθει συγκοπή. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Ανδρέας Κούμπος του Στέργιου 63 ετών, βιοτέχνης, από την Καρδίτσα, κάτοικος Αμαλιάδος 12, Κολωνός. Γύρω στις 11.00 με 12.00 της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Γ’ Σεπτεμβρίου και Καποδιστρίου, τραυματίστηκε στη λεκάνη από πυρά μυδραλίου τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών και τέλος στο Κ.Α.Τ., όπου και πέθανε στις 30.1.1974.
Μιχαήλ Μυρογιάννης του Δημητρίου, 20 ετών, ηλεκτρολόγος, από τη Μυτιλήνη, κάτοικος Ασημάκη Φωτήλα 8, Αθήνα. Στις 12.00 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Στουρνάρη, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά περιστρόφου αξιωματικού του Στρατού (αυτουργός ο συνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής). Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. σε κωματώδη κατάσταση και κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν.
Κυριάκος Παντελεάκης του Δημητρίου, 44 ετών, δικηγόρος, από την Κροκέα Λακωνίας, κάτοικος Φερρών 5, Αθήνα. Στις 12.00 με 12.30 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Γλάδστωνος, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά διερχομένου άρματος μάχης. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου και πέθανε στις 27.12.1973.
Ευστάθιος Κολινιάτης, 47 ετών, από τον Πειραιά, κάτοικος Νικοπόλεως 4, Καματερό Αττικής. Κτυπήθηκε στις 18.11.1973 από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, συνεπεία των οποίων πέθανε στις 21.11.1973.
Ιωάννης Μικρώνης του Αγγέλου, 22 ετών, φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, από την Ανω Αλισσό Αχαΐας. Συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών.
Κτυπήθηκε μετά τα γεγονότα, υπό συνθήκες που παραμένουν ακόμη αδιευκρίνιστες. Συνεπεία της κακοποίησης του υπέστη ρήξη του ήπατος, εξαιτίας της οποίας πέθανε στις 17.12.1973 στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν. Σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, ο τραυματισμός του συνέβη στην Πάτρα, άλλες όμως πληροφορίες τον τοποθετούν στην Αθήνα. Η περίπτωση του παραμένει υπό έρευνα. Σε ορισμένους καταλόγους νεκρών αναφέρεται ανακριβώς ως «Κώστας Μικρώνης».
Το ζήτημα των θυμάτων: Νεκροί και τραυματίες
Το ζήτημα του ακριβούς αριθμού των νεκρών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και την επιχείρηση καταστολής της, παραμένει ακόμη και σήμερα ένα δισεπίλυτο πρόβλημα. Πρόκειται για ένα θέμα με έντονη πολιτική και ψυχολογική φόρτιση, με αποτέλεσμα να αποφεύγεται γενικά η προσέγγιση του. Αλλά η χαώδης και ατεκμηρίωτη πληροφόρηση που υπάρχει γύρω από αυτό το ζήτημα, δεν είναι δυνατόν να απολαμβάνει εσαεί αυτή την ιδιότυπη «ασυλία», στο όνομα της δήθεν προστασίας της φήμης του Πολυτεχνείου. Αποτελεί βαθύτατη πεποίθηση μου ότι η κατάσταση αυτή δεν απαξιώνει μόνο την εξέγερση καθεαυτή, τις χιλιάδες των ανθρώπων που ρίχτηκαν στη φωτιά και, εν τέλει, εξευτελίζει τη μνήμη των πραγματικών θυμάτων, αλλά προχωρά πέραν αυτού: αφήνει το περιθώριο στους έμμεσους ή άμεσους υποστηρικτές του καθεστώτος και’τους κάθε λογής «αναθεωρητές» της ιστορίας να μιλούν για «παραμύθια της Αριστεράς» και για «2-3 νεκρούς από αδέσποτες σφαίρες». Από τα μέσα του 2002 έχει ξεκινήσει μια ιστορική έρευνα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών με τίτλο «Τεκμηριώνοντας τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1973». Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας επιχειρείται η συγκέντρωση και επεξεργασία με επιστημονικές μεθόδους τεκμηρίων που αφορούν σε πολλές παραμέτρους των γεγονότων, όπως το χρονικό της εξέγερσης, το επιχειρησιακό σχέδιο για την καταστολή της, η εξέλιξη των γεγονότων έξω από το Πολυτεχνείο κ.ο.κ. Ένα από τα ζητούμενα είναι, φυσικά, ο αριθμός και η ταυτότητα των θυμάτων. Αν και η έρευνα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, θα επιχειρήσουμε στο σημείο αυτό μια συνοπτική παρουσίαση των πρώτων διαπιστώσεων, με έμφαση στη «γενεαλογία» του ζητήματος.
«…η χαώδης και ατεκμηρίωτη πληροφόρηση που υπάρχει γύρω από αυτό το ζήτημα, δεν είναι δυνατόν να απολαμβάνει εσαεί αυτή την ιδιότυπη «ασυλία», στο όνομα της δήθεν προστασίας της φήμης του Πολυτεχνείου».
Οι ανακοινώσεις του καθεστώτος και οι φήμες
Αμέσως μετά την εισβολή του στρατού και την εκκένωση του Πολυτεχνείου, η χούντα ανακοίνωσε ότι κατά τη διάρκεια των αιματηρών επεισοδίων υπήρξαν 4 νεκροί. Στη συνέχεια ο κατάλογος συμπληρώθηκε σταδιακά, ώστε τελικά ο συνολικός αριθμός των επίσημα αναγνωρισμένων από τη χούντα νεκρών έφθασε τους 15. Ανεξάρτητα όμως του τι παραδεχόταν το καθεστώς, από την πρώτη στιγμή υπήρξαν φήμες για πολύ μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων, φήμες που ήταν προϊόν της ζοφερής ατμόσφαιρας της περιόδου εκείνης και της πλήρους ανυποληψίας των κυβερνητικών ανακοινώσεων. Οι φήμες αυτές έκαναν λόγο για 100, 200, ακόμη και 500 νεκρούς, ομαδικούς τάφους στο νεκροταφείο Ζωγράφου και αλλού, ενώ αναφέρονταν και σε συγκεκριμένα περιστατικά, όπως το θάνατο τουλάχιστον 3 ατόμων που συνεθλίβησαν από το άρμα μάχης που εισέβαλε στο Πολυτεχνείο, την εκτέλεση των εκφωνητών του ραδιοσταθμού και των τραυματιών που νοσηλεύονταν στο πρόχειρο ιατρείο, κ.τ.λ. Συχνά στις περιγραφές αυτές αναμιγνύονταν πραγματικά γεγονότα με ανεπιβεβαίωτες εικασίες, αποτέλεσμα της σύγχυσης που επικρατούσε και της αδυναμίας ελέγχου των πληροφοριών μέσα σε συνθήκες παρανομίας του αντιδικτατορικού κινήματος αφενός, και της αχαλίνωτης καθεστωτικής τρομοκρατίας αφετέρου, με την αδιαμεσολάβητη πλέον εγκαθίδρυση της εξουσίας της Ε.Σ.Α. Αυτές οι φήμες δεν προέρχονταν μόνο από την πλευρά του αντιδικτατορικού κινήματος. Σε συνέντευξη του στην αμερικάνικη εφημερίδα «Cincinnati Enquirer» (27.5.1973), ο ταγματάρχης Γεώργιος Σφακιανάκης, στρατιωτικός ιατρός που είχε υποβάλει την παραίτηση του μετά τα γεγονότα, έκανε λόγο «για 400 ή 500 συνολικά νεκρούς στο Πολυτεχνείο». Μετά την μεταπολίτευση και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, ανατέθηκε το Σεπτέμβριο του 1974 στον εισαγγελέα Δημήτριο Τσεβά, να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση. Όπως είδαμε, οι βάσεις της πεποίθησης για τον υψηλό αριθμό νεκρών είχαν τεθεί ήδη από την περίοδο της δικτατορίας. Αλλά η εδραίωση της συντελέστηκε στο πλαίσιο της εξέτασης Τσεβά, κυρίως μέσα από τις καταθέσεις ορισμένων ανθρώπων που έλαβαν τότε μεγάλη δημοσιότητα.
Συχνά στις περιγραφές αυτές αναμιγνύονταν πραγματικά γεγονότα με ανεπιβεβαίωτες εικασίες, αποτέλεσμα της σύγχυσης που επικρατούσε και της αδυναμίας ελέγχου των πληροφοριών μέσα σε συνθήκες παρανομίας του αντιδικτατορικού κινήματος αφενός, και της αχαλίνωτης καθεστωτικής τρομοκρατίας αφετέρου, με την αδιαμεσολάβητη πλέον εγκαθίδρυση της εξουσίας της Ε.Σ.Α.
Ο κατάλογος Παπαδάτου
Στις 17.11.1974, ο δημοσιογράφος Γρηγόριος Παπαδάτος υπέβαλε στον Τσεβά ένα κατάλογο 59 ονομάτων, που ισχυριζόταν ότι αντιστοιχούσαν σε νεκρούς των ημερών εκείνων. Στον κατάλογο αυτό συγκεντρώνονταν όλα σχεδόν τα ονόματα που είχαν κατά καιρούς ακουστεί μέσα στον κυκεώνα της φημολογίας επί δικτατορίας. Ο Παπαδάτος προέκυψε στη συνέχεια ότι κυκλοφορούσε στην περιοχή του Πολυτεχνείου με ταυτότητα εφέδρου αξιωματικού και ότι διατηρούσε επαφές με παρακρατικούς και βαθμοφόρους του Στρατού και της Χωροφυλακής. Να συμπληρώσουμε το πορτραίτο του με το γεγονός ότι στο δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου 1974 ήταν υπεύθυνος του γραφείου τύπου της «Βασιλικής Ενώσεως» και προπαγάνδιζε την ψήφο υπέρ του Κωνσταντίνου. Ο Τσεβάς διαπίστωσε, σύντομα, ότι ο κατάλογος που του παρουσίασε ο Παπαδάτος δεν ήταν αξιόπιστος, καθώς ορισμένα από τα αναφερόμενα ονόματα αφορούσαν σε τραυματίες, ενώ απουσίαζαν ονόματα αναμφισβήτητων νεκρών και γενικότερα «ουδέν ουδαμόθεν προσφέρεται προς επιβε-βαίωσίν του». Ο ίδιος ο Παπαδάτος, καταθέτοντας στη δίκη του Πολυτεχνείου, δεν επέμεινε για την ακρίβεια των στοιχείων του. Απαντώντας στην ευθεία ερώτηση «σε ποιο αριθμό ανεβάζετε εσείς τους νεκρούς του Πολυτεχνείου;», δήλωσε ότι «με στοιχεία έχω διαπιστώσει ότι υπάρχουν 26 με 30 νεκροί. Αλλά υπολογίζω ότι είναι πολύ περισσότεροι».
Οι καταθέσεις Τσαγκουρνή
Ο επόμενος μάρτυρας που προέβη σε «συνταρακτικές αποκαλύψεις» ήταν ο Παντελής Τσαγκουρνής, ένας στρατιώτης που κατά τη διάρκεια των γεγονότων υπηρετούσε στο Πεντάγωνο. Ο Τσαγκουρνής κατέθεσε ότι είχε δει στο Επιτελείο μια αναφορά του συνταγματάρχη Ντερτιλή, βάσει της οποίας «ο μέχρι τότε αριθμός των νεκρών ήταν 423». Στην κατρθεση αυτή δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα από έναν δημοσιογράφο που δημοσίευσε ολόκληρο βιβλίο βασιζόμενο επάνω της. Στη συνέχεια, ωστόσο, ο Π. Τσα-γκουρνής ανασκεύασε τους ισχυρισμούς του, υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν σίγουρος αν το έγγΡαΨ° «έλεγε ότι υπήρχαν 423 νεκροί ή τραυματίαι», ενώ στη δίκη ανέφερε πλέον με βεβαιότητα ότι ο αριθμός αφορούσε σε νεκρούς και τραυματίες συνολικά. Είναι αντιληπτή βέβαια η αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ των δύο εκδοχών: εάν στους 423 περιλαμβάνονταν νεκροί και τραυματίες, τότε ο αριθμός ήταν μάλλον συντηρητικός, αφού η προκαταρκτική έρευνα είχε ήδη πιστοποιήσει 1.103 τραυματίες!
Οι «αποκαλύψεις» Πίμπα
Αιφνιδίως στις 9.10.1974, παρουσιάστηκε στον Τσεβά ο Δημήτριος Πίμπας, πρώην πράκτορας της Κ.Υ.Π. που είχε δράσει στο Πολυτεχνείο ως προβοκάτορας, ο οποίος και δήλωσε: «Οι τύψεις συνειδήσεως με οδήγησαν στο γραφείο σας, θα τα αποκαλύψω όλα», ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε σε «450 νεκρούς και ομαδικούς τάφους», για τους οποίους είχε, υποτίθεται, ακούσει να μιλάνε κάποιοι αξιωματικοί στην Κ.Υ.Π. Οι αναφορές του Πίμπα για ομαδικούς τάφους έδωσαν την αφορμή στον τότε δήμαρχο Ζωγράφου, Δημήτρη Μπέη, να προτείνει την ανασκαφή της βορειοανατολικής πλευράς του νεκροταφείου, προκειμένου να ανακαλυφθούν οι νεκροί του Πολυτεχνείου. Ποτέ δεν μάθαμε τα αποτελέσματα αυτών των ανασκαφών. Στο μεταξύ, ο Πίμπας βρέθηκε ο ίδιος κατηγορούμενος για τη δράση του σιο Πολυτεχνείο και στην απολογία του δεν αναφέρθηκε πλέον καθόλου σε νεκρούς και ομαδικούς τάφους, αρκούμενος στη δικαιολόγηση της προσωπικής του εμπλοκής. Να συμπληρώσουμε το πορτραίτο του με την πληροφορία ότι τον Φεβρουάριο του 2003 συνελήφθη και πάλι, κατηγορούμενος για απάτη κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια.
Το πόρισμα Τσεβά
Στο πόρισμα του (14.10.1974), ο εισαγγελέας Δ. Τσεβάς σημείωνε εισαγωγικά ότι: «Ανεξιχνίαστος παραμένει εισέτι ο ακριβής αριθμός των νεκρών. Σύντονοι κατεβλήθησαν προς την κατεύθυνσιν αυτήν προσπάθειαι και πέραν των αμέσως ή εμμέσως περιερχομένων εις γνώσιν μου, έκκλησις δια του τύπου δημοσία διετυπώθη, όπως καταγγελθώσιν ή αναφερθώσι περιπτώσεις θανάτων ή και εξαφανίσεων ατόμων συνεπεία των γεγονότων του Πολυτεχνείου […]. Κατά την διαδρομήν της ερεύνης εβεβαιώθησαν ή και απλώς επιθανολογήθησαν περιστατικά εδραιούντα παρ’ εμοίτην πεποίθησιν ότι οι νεκροί εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου υπήρξαν περισσότεροι των επισήμως ανακοινωθέντων». Ο Τσεβάς εκτιμούσε ότι ο αριθμός των νεκρών μπορεί να φθάνει τους 34 (18 επώνυμους και 16 ανώνυμους), τους οποίους διέκρινε σε τρεις κατηγορίες: * α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί, στους οποίους περιλάμβανε τους γνωστούς 15. β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες, στους οποίους περιλάμβανε άλλους 3. γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες, στους οποίους συγκατέλεγε 16 ανώνυμους νεκρούς, για τους οποίους υπήρξαν επώνυμες καταθέσεις. Σε αυτούς συγκαταλέγονται 10 που προέκυψε ότι διακομίστηκαν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, χωρίς να καταχωρηθούν επισήμως.
Τσεβάς: «Κατά την διαδρομήν της ερεύνης εβεβαιώθησαν ή και απλώς επιθανολογήθησαν περιστατικά εδραιούντα παρ’ εμοίτην πεποίθησιν ότι οι νεκροί εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου υπήρξαν περισσότεροι των επισήμως ανακοινωθέντων».
Η πρόταση Ζαγκίνη και η δίκη του Πολυτεχνείου
Εισάγοντας τη δικογραφία στο Συμβούλιο Εφετών (28.7.1975), ο αντιεισαγγελέας Ιωάννης Ζαγκίνης πρότεινε την παραπομπή των κατηγορουμένων για 23 ανθρωποκτονίες και 126 απόπειρες ανθρωποκτονίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ζαγκίνης πρόσθεσε 4 ακόμη επώνυμους νεκρούς και παρέλειψε έναν από τους 18 του πορίσματος Τσεβά, ενώ παράλληλα δέχθηκε μόνον 2 από τα 16 ανώνυμα θύματα που περιείχε το πόρισμα. Κατά τη διάρκεια της δίκης (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1975) κατατέθηκαν εκ νέου τα πλήρη στοιχεία του νεκρού που είχε παραλειφθεί από το βούλευμα, ανεβάζοντας έτσι τον αριθμό των τεκμηριωμένων θανάτων σε 24, χωρίς ωστόσο το δικαστήριο να δεχθεί ότι οι θάνατοι αυτοί συνεπάγονταν πάντοτε και συγκεκριμένες ποινικές ευθύνες των οργάνων του καθεστώτος. Στόχος του δικαστηρίου, όπως προέκυψε, ήταν αφενός να μειώσει στο ελάχιστο δυνατό τις ευθύνες της Αστυνομίας, και αφετέρου να επιρρίψει τις ευθύνες του Στρατού όχι τόσο στη φυσική του ηγεσία και τον τότε δικτάτορα Παπαδόπουλο, αλλά κυρίως στις συνωμοτικές ραδιουργίες του επικεφαλής της Ε.Σ.Α. και κατοπινού δικτάτορα Ιωαννίδη, στο πλαίσιο μιας θεωρίας που ήταν τότε της μόδας, σύμφωνα με την οποία το Πολυτεχνείο εξυπηρέτησε εξ αντικειμένου τα σχέδια του τελευταίου, αν δεν το οργάνωσε κιόλας! Πρέπει να υπογραμμιστεί σιο σημείο αυτό η πλήρης απαξίωση στα μάτια της κοινής γνώμης, όλης της μετά από τον Τσεβά δικαστικής εκκαθάρισης της υπόθεσης του Πολυτεχνείου, ιδίως μετά την επανεκδίκαση της υπόθεσης το 1977, με τις αθωώσεις και τις εξευτελιστικές’ποινές που καταλογίστηκαν.
Η επετειακή μνήμη
Η απαξίωση αυτή των επίσημων στοιχείων επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι, ενώ οι έρευνες πιστοποιούσαν 24 επώνυμους και, άλλους 16 (στη μέγιστη εκδοχή) ανώνυμους νεκρούς, η κοινή γνώμη και ιδιαίτερα οι υπεύθυνοι που διαχειρίζονταν τα επόμενα χρόνια την επετειακή μνήμη του Πολυτεχνείου, αρχικά από καχυποψία και αργότερα από αδιαφορία, άγνοια και αποξένωση από τα γεγονότα, παρέμεναν προσκολλημένοι σιις φήμες και τους ατεκμηρίωτους καταλόγους νεκρών που είχαν δει το φως μετά τη μεταπολίτευση. Ειδικότερα ο κατάλογος Παπαδάτου είχε τύχει εξαρχής και επί μακρόν γενικής αποδοχής και διαβαζόταν επί πολλά χρόνια στις επετείους του του Πολυτεχνείου. Σήμερα, παρατηρηρώντας κανείς τις εκδοχές που δημόσια εμφανίζονται απέναντι στο ζήτημα των νεκρών, διαπιστώνει τα εξής: α) Κάποιοι επιλέγουν να παραθέσουν τα αποτελέσματα της έρευνας Τσεβά, άλλοτε μνημονεύοντας μόνο τους 18 επώνυμους νεκρούς του πορίσματος και άλλοτε προσθέτοντας και τους 16 ανώνυμους, αναφερόμενοι έτσι σε 34 συνολικά νεκρούς. Αμφότερες όμως οι εκδοχές αυτές πάσχουν από το μειονέκτημα της βασικής επιλογής, καθώς αγνοούν και κατά συνέπεια παραλείπουν τα 4 επιπλέον τεκμηριωμένα ονόματα της μετά τον Τσεβά διαδικασίας. β) Κάποιοι άλλοι αναφέρονται σε 45 ή και 56 νεκρούς, σε αυθαίρετους δηλαδή αριθμούς, των οποίων είναι εξαιρετικά δυσχερές να εντοπιστεί η πηγή. γ) Η κυρίαρχη τάση, τέλος, επιλέγει να προβάλλει τον κατάλογο που έχει το κύρος της μέγιστης νομιμοποίησης, αφού εκφωνείται τα τελευταία χρόνια στην ετήσια επετειακή εκδήλωση, που οργανώνεται στο ίδιο το Πολυτεχνείο.
Ο «επίσημος» κατάλογος
Ο κατάλογος αυτός, που έχει συνταχθεί με μέριμνα κυρίως της Προοδευτικής Ένωσης Μητέρων Ελλάδας (Π.Ε.Μ.Ε.), περιλαμβάνει 88 ονόματα, που δεν αναφέρονται πλέον αποκλειστικά στην περίοδο του Νοεμβρίου 1973, αλλά σε όλο το χρονικό διάστημα της δικτατορίας 1967-1974. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν όλες οι γνωστές περιπτώσεις των θυμάτων της χούντας, από τα θύματα του πραξικοπήματος και τους λιγότερο ή περισσότερο ανεξιχνίαστους θανάτους επωνύμων αντιπάλων του καθεστώτος, μέχρι τους αγωνιστές που έχασαν τη ζωή τους προβαίνοντας σε πράξεις αντίστασης και, φυσικά, τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Σ’ αυτούς τους τελευταίους θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας. Τα ονόματα που εμφανίζονται στην κατηγορία αυτή είναι 52. Συγκρίνοντας τα* με τα αναφερόμενα στους παλαιότερους καταλόγους, παρατηρούμε ότι παραμένουν στη θέση τους 26 αταύτιστα ονόματα, τα οποία εξακολουθούν να εκφωνούνται κάθε χρόνο από τα μεγάφωνα του Πολυτεχνείου. Ανάμεσα τους 9 που πιθανότατα αφορούν σε άτομα τα οποία σε πρώτη φάση είχαν θεωρηθεί νεκροί, αλλά μετά τη μεταπολίτευση προέκυψε, όπως είδαμε, ότι είχαν μόνο τραυματιστεί. Δύο αποτελούν γνωστές παραφθορές ονομάτων και στοιχείων διαπιστωμένων νεκρών που είχαν διορθωθεί ήδη δύο ημέρες μετά τα γεγονότα, αλλά συνεχίζουν να αναφέρονται μαζί με τις σωστές εκδοχές τους, επαναλαμβανόμενα έτσι εις διπλούν: Υπό τον ανύπαρκτο «Αιγύπτιο» Τορίλ Τεκλέτ εξακολουθεί 30 χρόνια μετά να υποκρύπτεται η νορβηγίδα φοιτήτρια Toril Margrethe Engeland, και υπό τον Γεώργιο Σαρμαλή, ο Γεώργιος Σαμούρης. Ως Διαμαντάκος πλέον εμφανίζεται η Μαρία Διαμαντάκη των καταλόγων του 1974-1975, όνομα που θεωρούμε ότι πιθανότατα υποκρύπτει τη Μαρία Δαμανάκη, λόγω της αρχικής φήμης ότι η εκφωνήτρια του Πολυτεχνείου είχε εκτελεστεί. Πέντε ονόματα αφορούν σε αυτοκτονίες που καταγράφηκαν μεταξύ Νοεμβρίου 1973 και Μαρτίου 1974, και αμφισβητήθηκαν μετά την μεταπολίτευση, χωρίς όμως και να προκύψει ποτέ κάποιο χειροπιαστό στοιχείο ότι ήταν πολιτικές δολοφονίες και μάλιστα συνδεόμενες με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ένα τουλάχιστον όνομα (Ιωάννης Φιλίνης) αντιστοιχεί σε πραγματικό νεκρό, του οποίου όμως ο θάνατος, σύμφωνα με την ίδια του την οικογένεια (συμπεριλαμβανομένου του αδελφού του και ιστορικού στελέχους της αριστεράς Κώστα Φιλίνη), οφείλεται σε παθολογικά αίτια.
Εξακολουθούν, τέλος, να εκφωνούνται 14 ονόματα (από τα οποία τα 7 χωρίς καν βαπτιστικό), για τα οποία τίποτα περισσότερο δεν έγινε ποτέ γνωστό. Αλλά το πλέον αξιοσημείωτο είναι ότι στον επίσημο αυτό επετειακό κατάλογο, ενώ αναφέρονται όλοι αυτοί οι άγνωστοι «νεκροί», σημειώνονται μόνον 16 από τους 23 επώνυμους νεκρούς του Πολυτεχνείου! Επτά άνθρωποι των οποίων γνωρίζουμε τα πλήρη στοιχεία και για τους οποίους έχει τεκμηριωθεί με τον πλέον αναμφισβήτητο τρόπο ότι έχασαν τη ζωή τους στα γεγονότα εκείνων των ημερών, ο Αλέξανδρος Μπασρί Καράκας, ο Ευστάθιος Κολινιάτης, ο Σπύρος Κοντομάρης, ο Ανδρέας Κούμπος, ο Σωκράτης Μιχαήλ, η Βασιλική Μπεκιάρη και ο Αλέξανδρος Παπαθανα-σίου, απουσιάζουν τελείως. « Προσωρινά αποτελέσματα της έρευνας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Η συγκέντρωση όλων αυτών των δεδομένων αποτέλεσε το πρώτο στάδιο της έρευνας μας στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Κάθε στοιχείο που είδε το φως της δημοσιότητας όλα αυτά τα χρόνια, οι επίσημες ανακοινώσεις του καθεστώτος, οι πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στον παράνομο τύπο της εποχής, οι αγγελίες κηδειών στις εφημερίδες, οι κάθε προέλευσης λίστες που έκαναν την εμφάνιση τους μετά τη μεταπολίτευση, οι προανακριτικές και ανακριτικές έρευνες, οι συνεντεύξεις συγγενών, οι καταθέσεις μαρτύρων στη δίκη του 1975, συγκεντρώνονται, αποδελτιώνονται, συσχετίζονται κριτικά, αναζητείται η γενεαλογία τους, εντοπίζονται οι αλληλοεπικαλύψεις, οι παρανοήσεις, τα λάθη στην αντιγραφή και οι μεταξύ τους παρεκκλίσεις.
Η έρευνα προχωρά έτσι στη συγκρότηση ενός καταλόγου, ο οποίος παραμένει προσωρινός, καθώς εξακολουθεί συνεχώς να εμπλουτίζεται και να διορθώνεται. Για κάθε περίπτωση συγκροτείται ένας ιδιαίτερος φάκελος, με βιογραφικά στοιχεία, τις συνθήκες θανάτου και αναλυτική παράθεση όλων των πηγών που χρησιμοποιήθηκαν με συγκεκριμένα στοιχεία. Μέχρι τη στιγμή αυτή, έχουν καταγραφεί εικοσιτέσσερις (24) πλήρως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, όπως καταγράφονται συνοπτικά στον συνημμένο κατάλογο. Παράλληλα, έχει συγκροτηθεί ένας κατάλογος δεκαέξι (16) ανωνύμων περιπτώσεων που είχε θεωρηθεί σε κάποια στιγμή της διαδικασίας ότι «προκύπτουν βασίμως» ως νεκροί, από επίσημες, επώνυμες και σχετικά αξιόπιστες καταθέσεις, με συγκεκριμένα στοιχεία. Τέλος, η έρευνα έχει θέσει στο μικροσκόπιο τριάντα (30) επώνυμες περιπτώσεις, που εμφανίζονται επίμονα στους περισσότερους καταλόγους από το 1974 μέχρι και σήμερα, χωρίς να έχουν ποτέ τεκμηριωθεί. Όλες αυτές οι ανώνυμες και οι αμφιλεγόμενες επώνυμες περιπτώσεις παραμένουν σε εκκρεμότητα, προκειμένου να διερευνηθούν περισσότερο, προτού αποφασιστεί οριστικά να υιοθετηθούν ή να απορριφθούν.
Οι τραυματίες
Ένα δεύτερο σκέλος της έρευνας προς την ίδια κατεύθυνση είναι η καταγραφή των τραυματιών. Όπως αναφέραμε ήδη, η προκαταρκτική έρευνα πιστοποίησε 1.103 τραυματίες, βάσει των καταστάσεων που απέστειλαν στον Δ. Τσεβά τα νοσοκομεία, οι κλινικές και ορισμένοι μεμονωμένοι ιατροί. Όπως όμως παραδέχεται και ο ίδιος ο εισαγγελέας, σε αυτούς πρέπει να προστεθεί και «ανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών», οι οποίοι «ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών, ή ενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλεία κατέφυγον, φοβούμενοι προφανώς δυσάρεστους δι’ αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις». Είναι ενδεικτικό του κλίματος μέσα στο οποίο εξελίσσονταν τα δραματικά γεγονότα εκείνων των ημερών, το γεγονός ότι με σχετική διαταγή που εξέδωσε στις 17.11.1973, ο τότε επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Ζαγοριανάκος έλαβε μέριμνα να απαγορεύσει ρητά «την προσωρινήν περιθαλψιν κατ’ οίκον προσώπων μη ενοικούντων μετά της οικογενείας ήτις παρέχει την περίθαλψιν, εάν τούτο δεν δηλωθή- εντός τριών ωρών εις την οικείαν αστυνομικήν αρχήν».
ΝΕΚΡΟΙ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 1973
Ο αριθμός αυτών των θυμάτων που δεν νοσηλεύθηκαν επίσημα παραμένει προς διερεύνηση, να σημειώσουμε πάντως ότι ορισμένες εκτιμήσεις ανεβάζουν το σύνολο των τραυματιών (νοσηλευθέντων και μη) σε 2.000 περίπου. Αν και είναι πρώιμο ακόμη στο παρόν στάδιο της έρευνας μας να μιλήσουμε με απόλυτους αριθμούς, είναι προφανές ότι οι εκτιμήσεις αυτές είναι μάλλον συντηρητικές και βρίσκονται σε δυσαρμονία με τα στατιστικά δεδομένα από τη διεθνή εμπειρία σε αντίστοιχες περιπτώσεις της περιόδου εκείνης (Γαλλικός Μάης του 1968, Αμερικάνικο Αντιπολεμικό Κίνημα 1968-1970). Σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις, οι μη νοσηλευθέντες ήταν πάντοτε πολλαπλάσιοι των νοσηλευθέντων, και μάλιστα σε καθεστώτα όπου το αντικίνητρο για τη νοσηλεία, το ενδεχόμενο δηλαδή διώξεων κατά των τραυματιών που θα προσέφευγαν για περίθαλψη, ήταν κατά τεκμήριο μικρότερο, απ’ όσο στην περίπτωση της Ελλάδας του 1973. Στο πλαίσιο της έρευνας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών επιχειρείται και στο ζήτημα αυτό η συγκέντρωση, η αποδελτίωση και ο επιστημονικός έλεγχος όλου του υπάρχοντος υλικού, αλλά και ο εντοπισμός συμπληρωματικών στοιχείων. Το ζητούμενο βέβαια στην περίπτωση αυτή δεν είναι μόνον ο αριθμός ή η ταύτιση των ονομάτων, αλλά και οι πληροφορίες που προκύπτουν για το χρόνο, τον τόπο και τις συνθήκες τραυματισμού, καθώς και προσωπικά στοιχεία των θυμάτων (ηλικία, φύλο, απασχόληση κ.τ.λ.).
Μια προκαταρκτική στατιστική επεξεργασία των στοιχείων που διαθέτουμε έως τη στιγμή αυτή, μας δίνει ενδιαφέρουσες εικόνες γύρω από το προφίλ των ατόμων που βρέθηκαν στα γεγονότα και, κατά τεκμήριο, πρωτοστάτησαν στις συγκρούσεις. Βλέπουμε ότι στον τομέα αυτό πλειοψηφούν τα άτομα που χαρακτηρίζονται ως εργατοτεχνίτες (26,7%) και έπονται οι φοιτητές (17,1%), οι ιδιωτικοί υπάλληλοι (15,8%) και οι μαθητές (10,3%). Ηλικιακά, πλειοψηφούν μεταξύ τους οι νέοι 22 χρονών (13,3%), 16 χρονών (12,8%) και 20 χρονών (12,7%), ενώ αμέσως μετά έπονται εκείνοι που ήταν 18 και 24 χρονών (9%). Η επεξεργασία εξάλλου των συνθηκών του τραυματισμού τους, μας δίνει μια παράμετρο για να παρακολουθήσουμε βαθμηδόν την εξέλιξη των διαδηλώσεων και την ένταση των συγκρούσεων χρονικά και τοπικά. Αλλά ο τόπος και ο χρόνος, σε συνδυασμό με τον τρόπο τραυματισμού (κλομπς, δακρυγόνα, σφαίρες κ.τ.λ.), μας δίνει και ένα νήμα για να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της συμπεριφοράς του καθεστώτος και την πορεία της επιχείρησης καταστολής. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο αντιεισαγγελέας Ιωάννης Ζαγκίνης, στην εισήγηση του προς το Συμβούλιο Εφετών το 1975, χωρίς να διαθέτει πλήρη στοιχεία για το σύνολο των τραυματιών, θεώρησε ότι σε 124 τουλάχιστον περιπτώσεις υπήρξε σαφής ανθρωποκτόνος πρόθεση εκ μέρους των δυνάμεων καταστολής. Πρόκειται κυρίως για περιπτώσεις στις οποίες ο τραυματισμός προέκυψε από τη χρήση πυροβόλων όπλων. Η παρατήρηση αυτή μας φέρνει στην άλλη μεγάλη ενότητα που απασχολεί την έρευνα, δηλαδή τα γεγονότα που αφορούν στην αντίπερα όχθη, στο επίπεδο της πολιτικής, της στρατηγικής αλλά και της τακτικής.
Μεταξύ των στοιχείων που αφορούν στους τραυματισμούς και τους φόνους, είναι και η ιδιότητα του αυτουργού (στρατιωτικός, αστυνομικός, κ.τ.λ.). Μια στατιστική επεξεργασία λοιπόν των αυτουργών υπό αυτή την άποψη, και μόνο σε ό,τι αφορά τις περιπτώσεις που, από την ανάκριση θεωρήθηκαν ανθρωποκτονίες και απόπειρες ανθρωποκτονιών, δίνει ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα, με τα Σώματα Ασφαλείας να προηγούνται έναντι του Στρατού και στα δύο αυτά πεδία (54% έναντι 46% στις ανθρωποκτονίες και 64% έναντι 36% στις απόπειρες). Εάν προσθέταμε και τους απλούς τραυματισμούς (κακώσεις κ.τ.λ.), η διαφορά θα ενισχυόταν πολύ περισσότερο. Συμπληρωματικά, η έρευνα περιλαμβάνει επίσης την αναλυτική προσέγγιση του πλούσιου φωτογραφικού και κινηματογραφικού υλικού καρέ-καρέ, τη χαρτογραφική απεικόνιση των διαδηλώσεων, των συγκρούσεων, των κινήσεων των δυνάμεων καταστολής, τη γεωγραφική και χρονολογική κατανομή των θυμάτων, κ.ο.κ.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΛΛΙΒΡΕΤΑΚΗΣ* * Ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, μέλος τότε της Φοιτητικής Επιτροπής Αγώνα και πρόεδρος της συνέλευσης της Φιλοσοφικής Σχολής στο Πολυτεχνείο στις 16 Νοεμβρίου 1973, είναι σήμερα ιστορικός, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.
Ο «επίσημος» κατάλογος
Ο κατάλογος αυτός, που έχει συνταχθεί με μέριμνα κυρίως της Προοδευτικής Ένωσης Μητέρων Ελλάδας (Π.Ε.Μ.Ε.), περιλαμβάνει 88 ονόματα, που δεν αναφέρονται πλέον αποκλειστικά στην περίοδο του Νοεμβρίου 1973, αλλά σε όλο το χρονικό διάστημα της δικτατορίας 1967-1974. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν όλες οι γνωστές περιπτώσεις των θυμάτων της χούντας, από τα θύματα του πραξικοπήματος και τους λιγότερο ή περισσότερο ανεξιχνίαστους θανάτους επωνύμων αντιπάλων του καθεστώτος, μέχρι τους αγωνιστές που έχασαν τη ζωή τους προβαίνοντας σε πράξεις αντίστασης και, φυσικά, τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Σ’ αυτούς τους τελευταίους θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας.
Τα ονόματα που εμφανίζονται στην κατηγορία αυτή είναι 52. Συγκρίνοντας τα* με τα αναφερόμενα στους παλαιότερους καταλόγους, παρατηρούμε ότι παραμένουν στη θέση τους 26 αταύτιστα ονόματα, τα οποία εξακολουθούν να εκφωνούνται κάθε χρόνο από τα μεγάφωνα του Πολυτεχνείου. Ανάμεσα τους 9 που πιθανότατα αφορούν σε άτομα τα οποία σε πρώτη φάση είχαν θεωρηθεί νεκροί, αλλά μετά τη μεταπολίτευση προέκυψε, όπως είδαμε, ότι είχαν μόνο τραυματιστεί. Δύο αποτελούν γνωστές παραφθορές ονομάτων και στοιχείων διαπιστωμένων νεκρών που είχαν διορθωθεί ήδη δύο ημέρες μετά τα γεγονότα, αλλά συνεχίζουν να αναφέρονται μαζί με τις σωστές εκδοχές τους, επαναλαμβανόμενα έτσι εις διπλούν: Υπό τον ανύπαρκτο «Αιγύπτιο» Τορίλ Τεκλέτ εξακολουθεί 30 χρόνια μετά να υποκρύπτεται η νορβηγίδα φοιτήτρια Toril Margrethe Engeland, και υπό τον Γεώργιο Σαρμαλή, ο Γεώργιος Σαμούρης. Ως Διαμαντάκος πλέον εμφανίζεται η Μαρία Διαμαντάκη των καταλόγων του 1974-1975, όνομα που θεωρούμε ότι πιθανότατα υποκρύπτει τη Μαρία Δαμανάκη, λόγω της αρχικής φήμης ότι η εκφωνήτρια του Πολυτεχνείου είχε εκτελεστεί. Πέντε ονόματα αφορούν σε αυτοκτονίες που καταγράφηκαν μεταξύ Νοεμβρίου 1973 και Μαρτίου 1974, και αμφισβητήθηκαν μετά την μεταπολίτευση, χωρίς όμως και να προκύψει ποτέ κάποιο χειροπιαστό στοιχείο ότι ήταν πολιτικές δολοφονίες και μάλιστα συνδεόμενες με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ένα τουλάχιστον όνομα (Ιωάννης Φιλίνης) αντιστοιχεί σε πραγματικό νεκρό, του οποίου όμως ο θάνατος, σύμφωνα με την ίδια του την οικογένεια (συμπεριλαμβανομένου του αδελφού του και ιστορικού στελέχους της αριστεράς Κώστα Φιλίνη), οφείλεται σε παθολογικά αίτια. Εξακολουθούν, τέλος, να εκφωνούνται 14 ονόματα (από τα οποία τα 7 χωρίς καν βαπτιστικό), για τα οποία τίποτα περισσότερο δεν έγινε ποτέ γνωστό.
Η Μηχανή του Χρόνου – «Οι νεκροί του Πολυτεχνείου και οι ελεύθεροι σκοπευτές της Χούντας»
Αλλά το πλέον αξιοσημείωτο είναι ότι στον επίσημο αυτό επετειακό κατάλογο, ενώ αναφέρονται όλοι αυτοί οι άγνωστοι «νεκροί», σημειώνονται μόνον 16 από τους 23 επώνυμους νεκρούς του Πολυτεχνείου! Επτά άνθρωποι των οποίων γνωρίζουμε τα πλήρη στοιχεία και για τους οποίους έχει τεκμηριωθεί με τον πλέον αναμφισβήτητο τρόπο ότι έχασαν τη ζωή τους στα γεγονότα εκείνων των ημερών, ο Αλέξανδρος Μπασρί Καράκας, ο Ευστάθιος Κολινιάτης, ο Σπύρος Κοντομάρης, ο Ανδρέας Κούμπος, ο Σωκράτης Μιχαήλ, η Βασιλική Μπεκιάρη και ο Αλέξανδρος Παπαθανα-σίου, απουσιάζουν τελείως.
«Προσωρινά αποτελέσματα της έρευνας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών»
Η συγκέντρωση όλων αυτών των δεδομένων αποτέλεσε το πρώτο στάδιο της έρευνας μας στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Κάθε στοιχείο που είδε το φως της δημοσιότητας όλα αυτά τα χρόνια, οι επίσημες ανακοινώσεις του καθεστώτος, οι πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στον παράνομο τύπο της εποχής, οι αγγελίες κηδειών στις εφημερίδες, οι κάθε προέλευσης λίστες που έκαναν την εμφάνιση τους μετά τη μεταπολίτευση, οι προανακριτικές και ανακριτικές έρευνες, οι συνεντεύξεις συγγενών, οι καταθέσεις μαρτύρων στη δίκη του 1975, συγκεντρώνονται, αποδελτιώνονται, συσχετίζονται κριτικά, αναζητείται η γενεαλογία τους, εντοπίζονται οι αλληλοεπικαλύψεις, οι παρανοήσεις, τα λάθη στην αντιγραφή και οι μεταξύ τους παρεκκλίσεις. Η έρευνα προχωρά έτσι στη συγκρότηση ενός καταλόγου, ο οποίος παραμένει προσωρινός, καθώς εξακολουθεί συνεχώς να εμπλουτίζεται και να διορθώνεται. Για κάθε περίπτωση συγκροτείται ένας ιδιαίτερος φάκελος, με βιογραφικά στοιχεία, τις συνθήκες θανάτου και αναλυτική παράθεση όλων των πηγών που χρησιμοποιήθηκαν με συγκεκριμένα στοιχεία.
Μέχρι τη στιγμή αυτή, έχουν καταγραφεί εικοσιτέσσερις (24) πλήρως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, όπως καταγράφονται συνοπτικά στον συνημμένο κατάλογο. Παράλληλα, έχει συγκροτηθεί ένας κατάλογος δεκαέξι (16) ανωνύμων περιπτώσεων που είχε θεωρηθεί σε κάποια στιγμή της διαδικασίας ότι «προκύπτουν βασίμως» ως νεκροί, από επίσημες, επώνυμες και σχετικά αξιόπιστες καταθέσεις, με συγκεκριμένα στοιχεία. Τέλος, η έρευνα έχει θέσει στο μικροσκόπιο τριάντα (30) επώνυμες περιπτώσεις, που εμφανίζονται επίμονα στους περισσότερους καταλόγους από το 1974 μέχρι και σήμερα, χωρίς να έχουν ποτέ τεκμηριωθεί. Όλες αυτές οι ανώνυμες και οι αμφιλεγόμενες επώνυμες περιπτώσεις παραμένουν σε εκκρεμότητα, προκειμένου να διερευνηθούν περισσότερο, προτού αποφασιστεί οριστικά να υιοθετηθούν ή να απορριφθούν.
Το ίδιο το χουντικό καθεστώς αναγκάστηκε να παραδεχθεί λίγες ημέρες αργότερα από την νύχτα του Πολυτεχνείου (17 Νοέμβρη) την ύπαρξη 15 νεκρών στους δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο και γενικότερα στην Αθήνα εκείνο το πενθήμερο 14, 15, 16, 17 και 18 Νοέμβρη 1973.Ο νεαρότερος νεκρός εκείνων των ημερών από την Χούντα ήταν ένα παιδάκι πεντέμισι ετών (Δημήτρης Θεοδωράς). Το “λάθος” του: Καθώς περπατούσε το μεσημέρι του Σαββάτου 18 Νοεμβρίου 1973 (λίγες ώρες μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου) με την μαμά του στην οδό Ορεινής Ταξιαρχίας, στου Ζωγράφου (έξω από τον σημερινό Δημοτικό Κινηματογράφο “Αλέκα”), συναντήθηκε με κάποιο κτήνος που φορούσε στρατιωτική στολή και οδηγούσε ένα τεθωρακισμένο. Το κτήνος, μέσα στο τεθωρακισμένο, φαίνεται πως τρόμαξε με την αθωότητα του πεντάχρονου και έστρεψε το πολυβόλο εναντίον του…Μετά την μεταπολίτευση, η καινούρια δημοκρατική κυβέρνηση ανέθεσε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Δημήτριο Τσεβά να κάνει δικαστική έρευνα για να διαπιστωθεί επίσημα εάν υπήρξαν μέσα ή γύρω από το Πολυτεχνείο, αλλά και οπουδήποτε αλλού στην Αθήνα, νεκροί ή τραυματίες που οφείλονταν στα γεγονότα εκείνων των ημερών.
Τα επόμενα χρόνια, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών σε μελέτη και έρευνα που πραγματοποίησε, πιστοποίησε 24 νεκρούς (με τα ονόματά τους και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες σκοτώθηκαν) και πάνω από 1000 τραυματίες (τους επίσημα καταγεγραμμένους, αφού ήταν πάρα πολλοί εκείνοι που τραυματίστηκαν ελαφρύτερα και, από τον φόβο να μην τους πιάσουν, ανάρρωσαν στα σπίτια τους, κρυφά).
Η μελέτη εκδόθηκε με τίτλο “Πολυτεχνείο ’73: Το ζήτημα των θυμάτων: Νεκροί και τραυματίες” (Αθήνα 2004, Καλλιβρετάκης, Λεωνίδας, εκδόσεις Φιλιππότη).
Όπως διαβάζουμε στον ιστότοπο “Ήλιος” (αποθετήριο του Ε.Ι.Ε. -Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών): Στο άρθρο -απόσπασμα του βιβλίου- παρουσιάζονται τα πορίσματα της ιστορικής έρευνας που διεξήχθη στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών για τα θύματα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973 και παρατίθεται αναλυτικός κατάλογος των τεκμηριωμένων νεκρών (ο συνημμένος χάρτης προέρχεται από την πρώτη δημοσίευση του άρθρου). Η μελέτη αυτή έχει υιοθετηθεί από την σχετική βιβλιογραφία ως η πλέον έγκυρη επιστημονική προσέγγιση στο ζήτημα.
Οι τραυματίες
Ένα δεύτερο σκέλος της έρευνας προς την ίδια κατεύθυνση είναι η καταγραφή των τραυματιών. Όπως αναφέραμε ήδη, η προκαταρκτική έρευνα πιστοποίησε 1.103 τραυματίες, βάσει των καταστάσεων που απέστειλαν στον Δ. Τσεβά τα νοσοκομεία, οι κλινικές και ορισμένοι μεμονωμένοι ιατροί. Όπως όμως παραδέχεται και ο ίδιος ο εισαγγελέας, σε αυτούς πρέπει να προστεθεί και «ανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών», οι οποίοι «ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών, ή ενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλεία κατέφυγον, φοβούμενοι προφανώς δυσάρεστους δι’ αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις». Είναι ενδεικτικό του κλίματος μέσα στο οποίο εξελίσσονταν τα δραματικά γεγονότα εκείνων των ημερών, το γεγονός ότι με σχετική διαταγή που εξέδωσε στις 17.11.1973, ο τότε επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Ζαγοριανάκος έλαβε μέριμνα να απαγορεύσει ρητά «την προσωρινήν περιθαλψιν κατ’ οίκον προσώπων μη ενοικούντων μετά της οικογενείας ήτις παρέχει την περίθαλψιν, εάν τούτο δεν δηλωθή- εντός τριών ωρών εις την οικείαν αστυνομικήν αρχήν».
Ο αριθμός αυτών των θυμάτων που δεν νοσηλεύθηκαν επίσημα παραμένει προς διερεύνηση, να σημειώσουμε πάντως ότι ορισμένες εκτιμήσεις ανεβάζουν το σύνολο των τραυματιών (νοσηλευθέντων και μη) σε 2.000 περίπου. Αν και είναι πρώιμο ακόμη στο παρόν στάδιο της έρευνας μας να μιλήσουμε με απόλυτους αριθμούς, είναι προφανές ότι οι εκτιμήσεις αυτές είναι μάλλον συντηρητικές και βρίσκονται σε δυσαρμονία με τα στατιστικά δεδομένα από τη διεθνή εμπειρία σε αντίστοιχες περιπτώσεις της περιόδου εκείνης (Γαλλικός Μάης του 1968, Αμερικάνικο Αντιπολεμικό Κίνημα 1968-1970). Σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις, οι μη νοσηλευθέντες ήταν πάντοτε πολλαπλάσιοι των νοσηλευθέντων, και μάλιστα σε καθεστώτα όπου το αντικίνητρο για τη νοσηλεία, το ενδεχόμενο δηλαδή διώξεων κατά των τραυματιών που θα προσέφευγαν για περίθαλψη, ήταν κατά τεκμήριο μικρότερο, απ’ όσο στην περίπτωση της Ελλάδας του 1973.
Στο πλαίσιο της έρευνας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών επιχειρείται και στο ζήτημα αυτό η συγκέντρωση, η αποδελτίωση και ο επιστημονικός έλεγχος όλου του υπάρχοντος υλικού, αλλά και ο εντοπισμός συμπληρωματικών στοιχείων. Το ζητούμενο βέβαια στην περίπτωση αυτή δεν είναι μόνον ο αριθμός ή η ταύτιση των ονομάτων, αλλά και οι πληροφορίες που προκύπτουν για το χρόνο, τον τόπο και τις συνθήκες τραυματισμού, καθώς και προσωπικά στοιχεία των θυμάτων (ηλικία, φύλο, απασχόληση κ.τ.λ.). Μια προκαταρκτική στατιστική επεξεργασία των στοιχείων που διαθέτουμε έως τη στιγμή αυτή, μας δίνει ενδιαφέρουσες εικόνες γύρω από το προφίλ των ατόμων που βρέθηκαν στα γεγονότα και, κατά τεκμήριο, πρωτοστάτησαν στις συγκρούσεις. Βλέπουμε ότι στον τομέα αυτό πλειοψηφούν τα άτομα που χαρακτηρίζονται ως εργατοτεχνίτες (26,7%) και έπονται οι φοιτητές (17,1%), οι ιδιωτικοί υπάλληλοι (15,8%) και οι μαθητές (10,3%). Ηλικιακά, πλειοψηφούν μεταξύ τους οι νέοι 22 χρονών (13,3%), 16 χρονών (12,8%) και 20 χρονών (12,7%), ενώ αμέσως μετά έπονται εκείνοι που ήταν 18 και 24 χρονών (9%).
Η επεξεργασία εξάλλου των συνθηκών του τραυματισμού τους, μας δίνει μια παράμετρο για να παρακολουθήσουμε βαθμηδόν την εξέλιξη των διαδηλώσεων και την ένταση των συγκρούσεων χρονικά και τοπικά. Αλλά ο τόπος και ο χρόνος, σε συνδυασμό με τον τρόπο τραυματισμού (κλομπς, δακρυγόνα, σφαίρες κ.τ.λ.), μας δίνει και ένα νήμα για να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της συμπεριφοράς του καθεστώτος και την πορεία της επιχείρησης καταστολής. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο αντιεισαγγελέας Ιωάννης Ζαγκίνης, στην εισήγηση του προς το Συμβούλιο Εφετών το 1975, χωρίς να διαθέτει πλήρη στοιχεία για το σύνολο των τραυματιών, θεώρησε ότι σε 124 τουλάχιστον περιπτώσεις υπήρξε σαφής ανθρωποκτόνος πρόθεση εκ μέρους των δυνάμεων καταστολής. Πρόκειται κυρίως για περιπτώσεις στις οποίες ο τραυματισμός προέκυψε από τη χρήση πυροβόλων όπλων.
Μίκης Θεοδωράκης - Οι πρώτοι νεκροί (Πάλης ξεκίνημα)
Η παρατήρηση αυτή μας φέρνει στην άλλη μεγάλη ενότητα που απασχολεί την έρευνα, δηλαδή τα γεγονότα που αφορούν στην αντίπερα όχθη, στο επίπεδο της πολιτικής, της στρατηγικής αλλά και της τακτικής. Μεταξύ των στοιχείων που αφορούν στους τραυματισμούς και τους φόνους, είναι και η ιδιότητα του αυτουργού (στρατιωτικός, αστυνομικός, κ.τ.λ.). Μια στατιστική επεξεργασία λοιπόν των αυτουργών υπό αυτή την άποψη, και μόνο σε ό,τι αφορά τις περιπτώσεις που, από την ανάκριση θεωρήθηκαν ανθρωποκτονίες και απόπειρες ανθρωποκτονιών, δίνει ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα, με τα Σώματα Ασφαλείας να προηγούνται έναντι του Στρατού και στα δύο αυτά πεδία (54% έναντι 46% στις ανθρωποκτονίες και 64% έναντι 36% στις απόπειρες). Εάν προσθέταμε και τους απλούς τραυματισμούς (κακώσεις κ.τ.λ.), η διαφορά θα ενισχυόταν πολύ περισσότερο.
Συμπληρωματικά, η έρευνα περιλαμβάνει επίσης την αναλυτική προσέγγιση του πλούσιου φωτογραφικού και κινηματογραφικού υλικού καρέ-καρέ, τη χαρτογραφική απεικόνιση των διαδηλώσεων, των συγκρούσεων, των κινήσεων των δυνάμεων καταστολής, τη γεωγραφική και χρονολογική κατανομή των θυμάτων, κ.ο.κ.
Διαβάστε το επίσημο πόρισμα (τα συμπεράσματα από την έρευνα) του εισαγγελέα Δημήτρη Τσεβά: ΚΛΙΚ ΕΔΩ!
1. «Ήταν η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου» – Άλμπερτ Κουράντ, Ολλανδός δημοσιογράφος, ανταποκριτής της ολλανδικής και βελγικής τηλεόρασης στην Αθήνα που τράβηξε το φιλμ των 35 δευτερολέπτων με την εισβολή του τανκ
«Η δική μου η συνείδηση δεν μου είχε επιτρέψει να είμαι παθητικός. Έκανα, επί Χούντας, πράγματα που δεν κάνει ένας δημοσιογράφος, που πρέπει να είναι ουδέτερος […] Μάζευα λεφτά για τους ανθρώπους που είχαν υποφέρει από τη δικτατορία, που έβγαιναν από τη φυλακή και δεν είχαν δραχμή […]
Στην κατάληψη της Νομικής άρχισαν να χτυπάνε ανθρώπους και εμένα με πιάσανε και, αφού με δείρανε πολύ, με βάλανε σε μια κλινική, εκεί απέναντι από την ΕΣΑ, στην Βασιλίσσης Σοφίας. Ήρθαν και μου κάνανε ανάκριση. Με ρωτούσαν: «Τι θα κάνουνε οι φοιτητές τώρα;». «Δεν ξέρω εγώ, δεν με έχουν ειδοποιήσει τι θα κάνουν», απαντούσα […]
Το Νοέμβριο στο Πολυτεχνείο, είχα νοικιάσει δωμάτιο στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ». Ήταν η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, ήταν άνθρωποι με πολύ θάρρος, δεν ήταν μόνο φοιτητές, ήταν μικρά παιδιά 12-15 ετών, ο Κομνηνός. Καμιά φορά που το σκέφτομαι, συγκινούμαι […]
Ύστερα ήρθαν τα τανκς, έμοιαζαν με φοβερά τέρατα, όπως άναψαν τα φώτα τους. Έτσι όμως μπόρεσα να τραβήξω το φιλμ, χωρίς το φως τους δεν θα είχε γίνει ποτέ αυτό το φιλμ. Την επόμενη μέρα, δεν μπορούσα να φύγω από το ξενοδοχείο και κρύφτηκα εκεί […] Τηλεφώνησα στην ολλανδική πρεσβεία και είπα: «Κάντε μου μια χάρη, ελάτε να με πάρετε». Και ήρθε ένα μεγάλο αυτοκίνητο με τη σημαία πάνω και με πήρανε […]
Μετά με φώναξε ένας αστυνομικός και μου είπε: «Πρέπει να φύγετε από την Ελλάδα, το έχετε παρακάνει». Λέω: «Τι έχω κάνει;». Έκανα τον ανήξερο. “Εσύ το ξέρεις πολύ καλύτερα από μένα και να φύγεις, γιατί θα σε συλλάβουμε πάλι και δεν θα περάσεις ωραία”».
2. «Θυμάμαι ένα παλικάρι, φοιτητή, χτυπημένο από σφαίρα στην καρωτίδα» – Αντωνία Χαρίτου, φοιτήτρια Ιατρικής και μέλος της Αντι-ΕΦΕΕ που βρισκόταν στο πρόχειρο ιατρείο του Πολυτεχνείου
«Την τρίτη ημέρα [σ.σ.: 16 Νοεμβρίου] τα πράγματα αγρίεψαν, έδειχναν φανερά ότι δεν θα κυλήσουν ομαλά. Τότε έγινε μεθοδευμένη και οργανωμένη δουλειά, κινητοποιηθήκαμε για φαρμακευτικό υλικό, κυρίως με εκκλήσεις από το ραδιοφωνικό σταθμό. Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη, συγκινητική […]
Το απόγευμα της Παρασκευής [σ.σ.: 17 Νοεμβρίου] […] άρχισαν να μας φέρνουν τους πρώτους τραυματίες. Τώρα μπαίναμε στα δύσκολα, δεν ήταν πια τα απλά – η επίδεση μικροτραυμάτων, οι βαζελίνες για τα μάτια, τα παυσίπονα, κ.λπ.. Τα χάσαμε κυριολεκτικά. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, ό,τι είχαμε διαβάσει και σοφιζόμαστε. Χωρίς καμία ιατρική πείρα, κάναμε τους γιατρούς, χωρίς να είμαστε γιατροί.
Δεν πιστεύαμε στα μάτια μας. Είχαμε ανθρώπους με βαριές κακώσεις, τραυματίες από πυροβολισμούς, νεκρούς. Θυμάμαι ένα παλικάρι, φοιτητή, χτυπημένο από σφαίρα στην καρωτίδα. Δεν μπορούσα, δεν γινόταν πια να προσφέρω καμία βοήθεια. Ήταν νεκρό. Απλά πήρα την ταυτότητά του και την έδωσα στην κοπέλα που ήταν μαζί του.
Θυμάμαι ένα άλλο παιδί, με ανοιχτό κάταγμα, είχε χτυπηθεί από σφαίρα στην κνήμη, με κομμένα το κόκαλο και τα μαλακά μόρια, με το πόδι που κρεμόταν. Τα περιστατικά πολλά και συνεχή, το ένα μετά το άλλο […] Ευτυχώς, στην κρίσιμη εκείνη φάση των σοβαρά τραυματισμένων, πήραν στα χέρια τους την κατάσταση κάποιοι γιατροί που μας ήρθανε ξαφνικά, πάνω στην ώρα […]
Θυμάμαι έναν από τους δύο ανώνυμους γιατρούς του ΚΑΤ να σπάει με κλωτσιές μα διπλανή πόρτα και τα κομμάτια της να τα χρησιμοποιεί για νάρθηκα, να μπαντάρει πόδια και χέρια […] Όπως μαθαίναμε από πληροφορίες, βγαίνοντας από το Πολυτεχνείο, όπου υπήρχαν μπλόκα και αναγκαστικά τα ασθενοφόρα έκοβαν ταχύτητα, τα σταματούσαν οι αστυνομικοί, μπαίνανε μέσα και χτυπούσαν τους τραυματίες. Συχνά τους κατέβαζαν στο δρόμο με τα φορεία και τους κλωτσοπατούσαν»
3. «Είμαστε από την Ασφάλεια! Συλλαμβάνεστε!» – Ιωάννα Παπαθανασίου, κόρη του Πρύτανη του ΕΜΠ, Κωνσταντίνου Κονοφάγου
«Ο πατέρας μου […] έβλεπε ότι οι νέοι δεν είναι δυνατόν να κάνουν πίσω και ήταν διατεθειμένος να τους συμπαρασταθεί. Όλες τις μέρες που βρισκόμασταν μαζί πριν από τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο, μου έλεγε ότι “ζούμε ιστορικές ημέρες”. Η Τετάρτη 14 Νοεμβρίου ήταν μια τέτοια αποφασιστική ημέρα.
Βγήκε μαζί με τον καθηγητή του ΕΜΠ, Νικόλαο Κουμούτσο και τον γενικό γραμματέα του ΕΜΠ στη γωνία της οδού Στουρνάρη, ύστερα από αίτημα του Χριστολουκά, του τότε διοικητή της Αστυνομίας, που του ζήτησε την άδεια να εισβάλει στο Πολυτεχνείο. Ο πατέρας μου αρνήθηκε και είπε ότι το πανεπιστημιακό άσυλο είναι ιερό.
Τότε ο Χριστολουκάς του ζήτησε να μπει μαζί του στο Πολυτεχνείο, για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι τι συνέβαινε […]. Ο πατέρας μου δεν το δέχθηκε αυτό, γιατί φοβήθηκε ότι ήταν ένα τέχνασμα, για να προκληθούν επεισόδια, όταν οι φοιτητές θα έβλεπαν τους αστυνομικούς να μπαίνουν στο Πολυτεχνείο […]
Το απόγευμα [σ.σ.: της 18ης Νοεμβρίου], ο πατέρας μου δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον καθηγητή του ΕΜΠ, Σακελλαρίδη, που του είπε ότι τον ζητούσε ο γενικός διευθυντής της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής. Προβληματίστηκε έντονα, αλλά τελικά αποφάσισε ότι έπρεπε να παρουσιαστεί στην Αστυνομία […] Ανεβήκαμε τα σκαλιά και αντικρίσαμε μία πόρτα μισάνοιχτη, γεμάτη από πατημασιές αρβύλας. Φαινόταν καθαρά ότι είχαν ρίξει κλωτσιές, για να ανοίξει.
Προχώρησε ο πατέρας μου, έσπρωξε την πόρτα και τότε είδαμε ότι μας περίμεναν κάποιοι πανύψηλοι άνδρες που του είπαν: «Είμαστε από την Ασφάλεια! Συλλαμβάνεστε!». Μας υποχρέωσαν να μείνουμε καθισμένοι στο σαλόνι και να μην κάνουμε κανένα τηλεφώνημα. Τα παιδιά μου, που ήταν και μικρά σε ηλικία, πηγαινοερχόντουσαν πολύ ανήσυχα […]
Κάποια στιγμή ανοίγει η πόρτα και έρχονται άλλοι τέσσερις […] Αυτοί οι «τέσσερις» καινούργιοι πήραν τον πατέρα μου κι έφυγαν χωρίς να του πούνε πού πάνε, ενώ οι άλλοι δύο πήραν τον άνδρα μου. Μάλιστα ήθελαν να πάρουν κι εμένα, αλλά εγώ απορημένη τους λέω: «Πού θα αφήσω τα παιδιά;» […]
Τελικά, έμαθα από τον άνδρα μου, που γύρισε αργά το βράδυ πίσω, ότι τους οδήγησαν στα κρατητήρια της ΕΣΑ […] Σε όλη τη διάρκεια της κράτησής τους έμειναν όρθιοι, χωρίς να μπορούν να ακουμπήσουν σε κάποιον τοίχο. Ο πατέρας μου έμεινε τρεις μέρες κρατούμενος».
Ματωμένα ρούχα θυμάτων και ακτινογραφίες πυροβολημένων. Αρχείο Φάτση
4. «Ανακάλυψα ότι ο άνθρωπος μπορεί να κοιμηθεί όρθιος» – Χρήστος Λάζος, φοιτητής της Νομικής και μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής
«Από τις αρχές του 1973, η δικτατορία άρχισε να σκληραίνει τη στάση της, με κομβικό σημείο το νόμο για τη διακοπή της αναβολής στράτευσης όσων φοιτητών «δεν ασχολούντο με τις σπουδές τους», όπως έλεγε η χουντική προπαγάνδα, αλλά με την πολιτική […]
Μετά την πρώτη και τη δεύτερη κατάληψη της Νομικής, το καθεστώς σκλήρυνε τη στάση του[…] Εγώ συνελήφθην το βράδυ της 7ης προς 8η Μαΐου. Το προηγούμενο διάστημα ήμουν σε μία κατάσταση ημιπαρανομίας […] Πέρασα ανακρίσεις σε δύο φάσεις. Μία γενική, επειδή δεν είχαν πληροφορίες, δεν είχαν φακέλους […] Προσπάθησαν, χωρίς εξειδικευμένες ερωτήσεις, να μας σπάσουν το ηθικό και να μας κάνουν να μιλήσουμε […]
Η δεύτερη ανάκριση στο ΕΑΤ-ΕΣΑ ήταν πραγματική κόλαση […] Γινόταν ύστερα από περίπου εξήντα ημέρες απομόνωσης. Δεν μου έδιναν βιβλία, τσιγάρα, γυαλιά μυωπίας, δεν μπορούσες να πλυθείς, να αλλάξεις ρούχα […] Όταν πήγαινες να ακουμπήσεις στον τοίχο τις ώρες που θεωρητικά δεν σε ανακρίνανε, σε άρχιζε ο σκοπός με το γκλομπ. Ε, κάποια στιγμή εκεί, μετά τις πρώτες 6-7 ημέρες, ανακάλυψα ότι ο άνθρωπος μπορεί να κοιμηθεί όρθιος, με ανοικτά τα μάτια, σαν να είναι ξύπνιος»
Ματωμένη Ελληνική σημαία. Αρχείο Φάτση
5. «Απλές γυναίκες του λαού να περνάνε μέσα από τις αδέσποτες σφαίρες» – Στέλιος Λογοθέτης, σπουδαστής στους χημικούς μηχανικούς, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής και στέλεχος της Αντι-ΕΦΕΕ
«Το Πολυτεχνείο ξεκίνησε αυθόρμητα, δεν ήταν προσχεδιασμένο από κανέναν. Επιβλήθηκε σαν κατάληψη, σαν απόφαση της στιγμής. Ήταν, όμως, ώριμος καρπός των φοιτητικών αγώνων που είχαν προηγηθεί […] Πιστεύω ότι, αν δεν κατέβαιναν τα παιδιά από τη Νομική, ενισχυμένα μάλιστα από τους φυσικομαθηματικούς, τους χημικούς και άλλους, δύσκολα από μόνοι μας θα φτάναμε στην κατάληψη και από το φόβο της αυτοαπομόνωσης και από το φόβο να μπει μέσα η αστυνομία […]
Παρακολουθούσαμε την έξω κίνηση, για να μην μας αιφνιδιάσει η αστυνομία, τοποθετούσαμε φρουρούς, αργότερα σβήναμε ακραία συνθήματα, όπως «Κάτω το κράτος», «σεξουαλική επανάσταση» και άλλα τέτοια ηχηρά, προκαλώντας την χλεύη των αναρχικών που μας γιουχάρανε «απαρχαιωμένους» […] Θυμάμαι εκείνο το απόβραδο της Παρασκευής [σ.σ.: 17 Νοεμβρίου] απλές γυναίκες του λαού να περνάνε, μέσα από τις αδέσποτες σφαίρες, με δύο τσάντες στα χέρια με τρόφιμα, να μας τις περνάνε από τα κάγκελα […]
Κάπου μέσα σ’ όλους και ο χαφιές, ο ασφαλίτης Μπίμπας, παριστάνει τον χειρουργό και δίνει εντολές […] Η εικόνα με έχει συγκλονίσει, ανατριχιάζω ακόμα. Έχω μετρήσει αρκετά πτώματα […] Ορμάμε προς τα Εξάρχεια. Στο βάθος της πλατείας μια μαύρη αμυδρή γραμμή. Και πάλι μπάτσοι, σε μια αραιά διάταξη, ορμάμε πάνω τους. Χαμός, χτυπάνε στα τυφλά. Σπάμε τον κλοιό και χανόμαστε στα στενά των Εξαρχείων. Πέφτουμε πάνω σε φαντάρους που ρίχνουνε στον αέρα. Γλιτώσαμε. Κοιμόμαστε σε ένα σπίτι τριάντα άτομα. Καλή τους η ώρα».
"Ντρέπομαι γι' αυτό που ήμουν, γι' αυτό που έκανα": Η εξομολόγηση του οδηγού του τανκ που εισέβαλε στο Πολυτεχνείο
Ο Α. Σκευοφύλαξ, σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του που είχε δώσει πριν από λίγα χρόνια, εξιστορεί όσα συνέβησαν τη μαύρη νύχτα που σημάδεψε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία και στιγμάτισε για πάντα τη ζωή του.
Ντρέπομαι γι΄ αυτό που ήμουν. Γι' αυτό που έκανα. Τότε αισθανόμουν ότι έκανα κάτι καλό, κάτι μεγάλο. Στους "μαυροσκούφηδες" στο Γουδί είχα γίνει ο ήρωας που διέλυσε τους εχθρούς της πατρίδας, τα "παλιοκουμμούνια", όπως λέγαμε τότε τους φοιτητές".
Ο Α. Σκευοφύλαξ, ο έφεδρος στρατιώτης του τεθωρακισμένου άρματος που εισέβαλε στο Πολυτεχνείο, σε μια σπάνια συνέντευξη που έδωσε πριν λίγα χρόνια στο Βήμα, εξιστορεί όσα συνέβησαν τη μαύρη νύχτα που σημάδεψε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία και στιγμάτισε για πάντα τη ζωή του.
Μνημονεύει τις δραματικές στιγμές που εκτυλίχθηκαν στους δρόμους της Αθήνας, τις ειρηνικές εκκλήσεις των φοιτητών που ηχούσαν στα αφτιά του σαν "κραυγές εχθρών της πατρίδας".
Τις διαταγές των αδίστακτων στρατιωτικών που πίστεψε ότι ήταν "πατριώτες". Θυμάται, τότε με χαρά, τον πόνο των φοιτητών που είδαν το όνειρό τους να τσαλακώνεται κάτω από τις ερπύστριες που ο ίδιος έθεσε σε κίνηση, τον τρόμο που ακολούθησε από τις λυσσαλέες επιθέσεις των αστυνομικών. Το απαράμιλλο θάρρος του φοιτητή που γύρισε και του είπε: "Τι κατάλαβες τώρα που μπήκες μέσα;" Την οργή που του προκάλεσε και λίγο έλειψε να τον οδηγήσει σε εν ψυχρώ δολοφονία.
"Αυτός ο φοιτητής δεν ξέρει πόσο τυχερός στάθηκε εκείνη τη στιγμή...Αν έλεγε μια κουβέντα ακόμη, θα τον σκότωνα".
Ο κ. Σκευοφύλαξ δεν θα ξεχάσει τη φοιτήτρια που τραυματίστηκε κατά την εισβολή του τανκ, την κ. Πέπη Ρηγοπούλου. "Θα ήθελα να τη δω, να της πω...Δεν τολμάω όμως. Τα λόγια δεν σβήνουν τις πράξεις".
"Αυτά μου έλεγαν, αυτά πίστευα. Τι περιμένεις... Ούτε μια εφημερίδα δεν είχα διαβάσει μέχρι τότε. Είχα γίνει και εγώ φασίστας. Μέχρι που μπήκα μέσα, πίστευα αυτό που έκανα. Στη συνέχεια έγινε ο εφιάλτης της ζωής μου".
"Παλιοκουμμούνια θα καλοπεράσετε"
"Την ημέρα εκείνη ήμουν υπηρεσία. Στον στρατό είχα δέκα μήνες. Ήμουν εκπαιδευτής στο Κέντρο Τεθωρακισμένων, στο Γουδί. Τότε οι "μαυροσκούφηδες" ήταν σώμα επιλέκτων. Πήγα εθελοντικά. Μόλις άρχισαν τα επεισόδια, μπήκαμε επιφυλακή. "Οι κομμουνιστές καίνε την Αθήνα" μας έλεγαν και εμείς τους πιστεύαμε. Θυμάμαι στο στρατόπεδο κάποιοι είχαν ραδιοφωνάκια και ακούγαμε στα κρυφά τον σταθμό του Πολυτεχνείου. "Παλιοκουμμούνια" θα καλοπεράσετε!" λέγαμε.
Στη 1.15 το πρωί της 17ης Νοεμβρίου φτάσαμε στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας. Λίγο αργότερα διασχίζαμε την Αλεξάνδρας, όταν στο ύψος του IKA, στη στάση Σόνια, σταματήσαμε γιατί ο δρόμος ήταν κλειστός. Υπήρχαν οδοφράγματα, φωτιές και ακινητοποιημένα λεωφορεία. Με διάφορες μανούβρες αριστερά - δεξιά, μπρος πίσω, άνοιξα τον δρόμο και προχωρήσαμε» θυμάται ο κ. Σκευοφύλαξ. Ο δρόμος για τα τανκς ήταν ανοιχτός πλέον προς το Πολυτεχνείο. «Όταν φτάσαμε στη διασταύρωση της λεωφ. Αλεξάνδρας και της οδού Πατησίων, μας έδωσαν εντολή να σταματήσουμε. Εκεί, στην πλατεία Αιγύπτου, μείναμε περίπου μία ώρα. Ο κόσμος θυμάμαι ότι μας φώναζε "είμαστε αδέλφια, είμαστε αδέλφια". Εγώ ήθελα να τους φάω. Τους έβλεπα σαν παράσιτα».
Φτάνοντας μπροστά στην πόρτα, έστριψα το άρμα προς το Πολυτεχνείο, με γυρισμένο το πυροβόλο προς τα πίσω. Θυμάμαι ότι σηκώθηκα από τη θέση μου και εγώ και το άλλο πλήρωμα. Δεκάδες φοιτητές κρέμονταν από τα κάγκελα, ενώ εκατοντάδες βρίσκονταν στον προαύλιο χώρο. Έδειχναν πανικόβλητοι.
(Άρματα με στρατιώτες στην Πατησίων ASSOCIATED PRESS)
Τότε ήρθε ο οδηγός εδάφους του άρματος και μου λέει: "Θα μπούμε μέσα, θα ρίξουμε την πύλη. Ετοιμάσου!. Πήρα θέση και ξεκίνησα. Δεν έβλεπα πολλά πράγματα, δεν είχα καλό οπτικό πεδίο, γιατί κοιτούσα πλέον από τη θυρίδα του άρματος. Δέκα εκατοστά πριν από την πόρτα, σταμάτησα. Σταμάτησα σκόπιμα. Αυτό φαίνεται στο βίντεο της εποχής. Στο φρενάρισμα, οι φοιτητές τρομαγμένοι έφυγαν προς τα πίσω. Αν έμπαινα με ταχύτητα, θα σκότωνα δεκάδες άτομα που εκείνη τη στιγμή ήταν κρεμασμένα στα κάγκελα.
H καγκελόπορτα έπεσε αμέσως. Πίσω από τη σιδερένια πύλη ήταν σταθμευμένο το Μερσεντές το οποίο είχαν βάλει εκεί οι φοιτητές για να φράξουν την είσοδο. Το έκανα αλοιφή. H αριστερή ερπύστρια το έλιωσε. Με το που έπεσε η πύλη του Πολυτεχνείου εισέβαλαν οι αστυνομικοί για να συλλάβουν τους φοιτητές. Λίγο αργότερα κατέβηκα και εγώ από το άρμα και μπήκα στον χώρο του Πολυτεχνείου. Δεν υπήρχε νεκρός. Θα μπορούσε όμως και να υπάρχουν νεκροί".
Στο προαύλιο του Πολυτεχνείου ήταν πολύ χτυπημένοι, θυμάμαι ότι είδα πολλούς τραυματίες, ενώ τρεις-τέσσερις ήταν σωριασμένοι κάτω, ακίνητοι. Δεν ξέρω αν ήταν νεκροί. Δεν κοίταξα να δω. Κάποια στιγμή ένας φοιτητής όρμησε κατά πάνω μου και μου είπε: "Τι κατάλαβες τώρα που μπήκες;". Αφήνιασα. Έβγαλα το πιστόλι και προτάσσοντάς το γύρισα και του είπα ουρλιάζοντας: "Σκάσε, ρε κωλόπαιδο, μη σε καθαρίσω". Αυτός ο φοιτητής δεν ξέρει πόσο τυχερός στάθηκε εκείνη τη στιγμή... Αν έλεγε μια κουβέντα παραπάνω, θα τον σκότωνα! Τέτοιος ήμουν. Ένας φασίστας».
Όπως περνούσαν οι φοιτητές θυμάμαι ότι έριχναν μέσα στο τανκ πακέτα τσιγάρα και ό,τι προμήθειες είχαν μαζί τους. Όταν γυρίσαμε στο Γουδί, το άρμα έμοιαζε με περίπτερο. Όσο σκέφτομαι ότι οι φοιτητές μας έδιναν σάντουιτς και τσιγάρα, μετά απ' όσα τους κάναμε... Δεν μπορώ να το συχωρέσω αυτό το πράγμα στον εαυτό μου. Σκέφτομαι τι πήγα και έκανα!..".
(Το Πολυτεχνείο μετά την εισβολή τανκ και στρατιωτών AP)
"Είχαν μεγάλη ψυχή. Ήταν παλικάρια"
Μετά την απόλυσή του από τον στρατό θα μοχθήσει για να ζήσει. "Στο μεροκάματο η ζωή μου άλλαξε 180 μοίρες. Εργάτης κατάλαβα ότι δεν μπορώ να έχω τα ίδια αιτήματα με τους εργοδότες. Εμένα που μου έμαθαν να μισώ τους κομμουνιστές, ψήφισα δύο φορές το ΚΚΕ". όσες φορές θα τον ρωτήσουν τι σχέση έχει με τον "πορτάκια" του Πολυτεχνείου θα μιλήσει για "μακρινό ξάδερφο που σκοτώθηκε σε τροχαίο".
Χρόνια μετά, ο άνθρωπος που γκρέμισε την πύλη του Πολυτεχνείου θα πει για τους φοιτητές, τους νέους και τους εργαζόμενους που αγωνίστηκαν για την πτώση της χούντας: Είχαν μεγάλη ψυχή. Ήταν παλικάρια".
(Πηγή: News247)
Χάρτης: Τα σημεία όπου έπεσαν νεκροί οι 24 του Πολυτεχνείου
Κάθε χρόνο, στην επέτειο του Πολυτεχνείου, ανακύπτει και ανασύρεται η συζήτηση γύρω από το ζήτημα του ακριβούς αριθμού των νεκρών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης.
Ως απάντηση στους ανιστόρητους ισχυρισμούς, για τη μη ύπαρξη νεκρών, από τα μέσα του 2002 έχει ξεκινήσει ιστορική έρευνα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών με τίτλο "Τεκμηριώνοντας τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1973".
Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας επιχειρείται η συγκέντρωση και επεξεργασία με επιστημονικές μεθόδους τεκμηρίων που αφορούν σε πολλές παραμέτρους των γεγονότων, όπως το χρονικό της εξέγερσης, το επιχειρησιακό σχέδιο για την καταστολή της, η εξέλιξη των γεγονότων έξω από το Πολυτεχνείο κ.ο.κ. Ένα από τα ζητούμενα είναι, φυσικά, ο αριθμός και η ταυτότητα των θυμάτων. Αν και η έρευνα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, επιχειρείται στο σημείο αυτό μια συνοπτική παρουσίαση των πρώτων διαπιστώσεων, με έμφαση στη "γενεαλογία" του ζητήματος.
Όπως αναφέρει ο κ. Καλλιβρετάκης, Λεωνίδας, συγγραφέας και δημιουργός της έρευνας "Πολυτεχνείο '73: Το ζήτημα των θυμάτων: Νεκροί και τραυματίες" , "η χαώδης και ατεκμηρίωτη πληροφόρηση που υπάρχει γύρω από αυτό το ζήτημα, δεν είναι δυνατόν να απολαμβάνει εσαεί αυτή την ιδιότυπη 'ασυλία', στο όνομα της δήθεν προστασίας της φήμης του Πολυτεχνείου".
Ως τώρα, έχουν καταγραφεί εικοσιτέσσερις (24) πλήρως τεκμηριωμένες περιπτώσεις.
Παράλληλα, έχει συγκροτηθεί ένας κατάλογος δεκαέξι (16) ανωνύμων περιπτώσεων που είχε θεωρηθεί σε κάποια στιγμή της διαδικασίας ότι «προκύπτουν βασίμως» ως νεκροί, από επίσημες, επώνυμες και σχετικά αξιόπιστες καταθέσεις, με συγκεκριμένα στοιχεία.
Τέλος, η έρευνα έχει θέσει στο μικροσκόπιο τριάντα (30) επώνυμες περιπτώσεις, που εμφανίζονται επίμονα στους περισσότερους καταλόγους από το 1974 μέχρι και σήμερα, χωρίς να έχουν ποτέ τεκμηριωθεί. Όλες αυτές οι ανώνυμες και οι αμφιλεγόμενες επώνυμες περιπτώσεις παραμένουν σε εκκρεμότητα, προκειμένου να διερευνηθούν περισσότερο, προτού αποφασιστεί οριστικά να υιοθετηθούν ή να απορριφθούν.
Διαβάστε τα ονόματα και τα στοιχεία των νεκρών από τις μέχρι σήμερα 24 πλήρως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, στο σχετικό άρθρο του News247)
Ο κόσμος του θεάτρου - Κ. Καζάκος, Στ. Ληναίος και Λ. Λαζόπουλος: Ήταν μέρες δύσκολες, αλλά και ηρωικές
Η λογοκρισία γενικά, αλλά και ειδικά στο θέατρο, ήταν στην ημερήσια διάταξη κατά τη διάρκεια της χούντας των συνταγματαρχών. Από την αρχή της επιβολής της, ωστόσο, οι θεατράνθρωποι δεν έκατσαν με σταυρωμένα τα χέρια. Κινητοποιήθηκαν πολλαπλώς, είτε βρίσκοντας τρόπους για να περάσουν αντιχουντικά μηνύματα και να επικοινωνήσουν με τον κόσμο είτε, όταν έφτασαν οι μέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, να βοηθήσουν έμπρακτα τους φοιτητές προσφέροντάς τους τρόφιμα και φάρμακα, αλλά και οργανώνοντας κάτι ακόμα μεγαλύτερο, μια απεργία συμπαράστασης.
«Ήταν ημέρες δύσκολες, αλλά και ηρωικές», θυμούνται ο Κώστας Καζάκος και ο Στέφανος Ληναίος οι οποίοι μίλησαν στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ απευθύνθηκε στους δυο ηθοποιούς -και θιασάρχες της περιόδου-, οι οποίοι μοιράστηκαν τις δυνατές εμπειρίες τους από τα γεγονότα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, αλλά και γενικά από όλη την Επταετία που κυριαρχούσε η λογοκρισία.
Ο πρώτος, μεταξύ άλλων, σημάδεψε το θέατρο και τα γεγονότα της περιόδου, όταν με την αείμνηστη Τζένη Καρέζη και το θίασό τους ανέβασαν, λίγους μήνες πριν, αλλά και μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, τη θρυλική παράσταση του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το μεγάλο μας τσίρκο». Ο Στ. Ληναίος, που μαζί με τη σύζυγό του Έλλη Φωτίου αντέδρασαν αυτομάτως με την επιβολή της χούντας, αισθάνθηκαν επίσης την καταπίεση, όταν τα έργα που ανέβαζαν, μεταξύ των οποίων «Οι κλειδοκράτορες» του Μίλαν Κούντερα, απαγορεύτηκαν από την επιτροπή λογοκρισίας της χούντας.
Ο Λάκης Λαζόπουλος, τις ημέρες του Πολυτεχνείου ήταν έφηβος. Ήταν όμως τα γεγονότα και η παράσταση το «Μεγάλο μας Τσίρκο» που τον οδήγησαν στο θέατρο.
(Διαβάστε ολόκληρες τις δηλώσεις των τριών ανθρώπων του θεάτρου στον σύνδεσμο του ΑΠΕ - ΜΠΕ)
Φοιτητές και εργάτες στο Πολυτεχνείο: Ο Γιάννης Φελέκης θυμάται την εξέγερση
Ο Γιάννης Φελέκης γεννήθηκε το 1943 και είναι ενεργός στο κίνημα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '50. Στη δεκαετία του '60 ενστερνίστηκε τις ιδέες του επαναστατικού τροτσκισμού από τις οποίες ουδέποτε απομακρύνθηκε και σήμερα είναι στέλεχος της οργάνωσης ΟΚΔΕ- Σπάρτακος που συμμετέχει στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αποσπάσματα της αφήγησης για τα γεγονότα του 1973 από τον εμβληματικό αγωνιστή της κινηματικής Αριστεράς Γιάννη Φελέκη, ο οποίος μίλησε στον 105,5 Στο Κόκκινο και τον Αλέξη Βάκη σε δύο έκτακτες δίωρες εκπομπές οι οποίες μεταδόθηκαν την Πέμπτη 16 και την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου, μπορείτε να βρείτε στο σχετικό αφιέρωμα εδώ, ενώ μπορείτε να ακούσετε αυτούσια τη συνέντευξη σε τέσσερα μέρη εδώ: Μέρος Α' - Μέρος Β' και Μέρος Γ' - Μέρος Δ'.
«...καθώς προχώρησε το τανκ ευθεία μπροστά προς την Αρχιτεκτονική, ξεχυθήκανε από πίσω οι λοκατζήδες και μπήκαν μέσα. Φτάσανε μέχρι τα σκαλιά και όσους ήμασταν μπροστά προς τα κάγκελα, μας στριμώξανε με τις ξιφολόγχες και μας οδηγούσαν προς την πόρτα. Βγαίνοντας έξω, άλλοι πηγαίναμε προς τα Πατήσια και άλλοι προς την Ομόνοια. Εκεί, μπορούσες να φας όσο ξύλο χώραγε το τομάρι σου, γιατί όλοι αυτοί οι αστυνομικοί, που περνούσαμε ανάμεσά τους και η παράταξή τους έφτανε μέχρι τη Σολωμού από την πλευρά της Ομόνοιας, μας ρίχνανε γκλομπιές, κλωτσιές, γονατιές, μπουνιές, όλα αυτά...» αφηγείται για τα γεγονότα του 1973 ο εμβληματικός αγωνιστής της κινηματικής Αριστεράς Γιάννης Φελέκης, ο οποίος μίλησε στον 105,5 Στο Κόκκινο και τον Αλέξη Βάκη σε δύο έκτακτες δίωρες εκπομπές οι οποίες μεταδόθηκαν την Πέμπτη 16 και την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου.
«Στο Πολυτεχνείο ήμασταν μερικές δεκάδες από την πρώην νεολαία του ΚΔΚΕ (Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας- το τροτσκιστικό κόμμα που προέκυψε από το ενοποιητικό συνέδριο του 1946). Οι οποίοι όμως στην πλειοψηφία τους είχαν αποχωρήσει. Είχαν καταγγείλει τον τροτσκισμό και είχανε γίνει πια οπαδοί των απόψεων του Μπετελέμ. Δηλαδή λίγο Μάο, λίγο Μπετελέμ, όλα αυτά μαζί, θεωρώντας πως αυτό είναι το πιο μοντέρνο, το πιο καινούργιο, αυτό που ανταποκρίνεται στην εποχή. Ήταν τα χρόνια της Πολιτιστικής Επανάστασης στην Κίνα και ο μαοϊσμός βρισκόταν σε φοβερή άνοδο. Όλοι αυτοί λοιπόν, επειδή γνωριζόμασταν από πριν, είχαμε εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον, παρά τις τρέχουσες διαφορές μας. Είχαμε μια κοινή λογική για το πώς οργανώνονται τα πράγματα. Οπότε, θελήσαμε να το κάνουμε πιο συγκροτημένα...
Έτσι, όταν νύχτωσε η Τετάρτη (14 Νοεμβρίου 1973) και ο περαστικός κόσμος αραίωσε, αρχίσαμε να συζητάμε μεταξύ μας. Τότε ήταν που ο Γιάννης Χαριτόπουλος, ο Γιώργος Γλυνός, ο Περικλής Γρίβας και κάποιοι άλλοι έριξαν την ιδέα να γίνει μια συνέλευση εργαζομένων μέσα στο Πολυτεχνείο. Ζητήσαμε την άδεια γι’ αυτό από τη Συντονιστική Επιτροπή. Δεν θυμάμαι αν ήταν ο Λαλιώτης ή η Δαμανάκη στο κουμάντο, πάντως μας το αρνήθηκαν. Αλλά με το που είπαμε σε διάφορους γύρω-γύρω ότι σκοπεύουμε να
κάνουμε εργατική συνέλευση, μαζεύτηκαν καμιά 300ριά άνθρωποι, κυρίως ακροαριστεροί αλλά και λίγοι αναρχίζοντες. Οπότε πήγαμε στο κτίριο Γκίνη, σπρώξαμε την πόρτα, μπήκαμε μέσα και ξεκίνησε η συνέλευση, θα’ ταν μεσάνυχτα πια.
Το κύριο ζητούμενο ήταν αυτά που λέγαμε εκεί να τα διαμορφώσουμε σε ένα κείμενο, το οποίο στη συνέχεια θα το μοιράζαμε στον κόσμο. Διότι συμφωνούσαμε όλοι να καλέσουμε τους εργάτες να κάνουν συνελεύσεις στα εργοστάσιά τους, να στείλουν εκπροσώπους στο Πολυτεχνείο και να κάνουμε ένα συντονιστικό όργανο με στόχο να διοργανώσουμε Γενική Απεργία. Μ’ άλλα λόγια, να προχωρήσουμε σε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας, αν η εξέγερση κρατήσει μερικές μέρες.
Ήθελαν όμως όλοι να βάλουν και ένα «διά ταύτα», δηλαδή τι κυβέρνηση θα φτιάξουμε. Οι τροτσκίζοντες όλων των αποχρώσεων θέλαμε κυβέρνηση Εργατικών Συμβουλίων που θα εκλεγούν απευθείας απ’ την εργατική τάξη. Οι μαοϊκοί εκπροσωπούνταν κυρίως από το ΕΕΑΜ (Εργατικό Επαναστατικό Αντιϊμπεριαλιστικό Μέτωπο). Απ’ αυτούς θυμάμαι κυρίως τον Βασίλη Τσιμπίδη και τον Αντώνη Αντωνίου. Είχαν έρθει στο Πολυτεχνείο μ’ ένα πανώ που έγραφε «Λαϊκή Εξουσία». Αυτοί θέλανε Λαϊκή Δημοκρατία. Υπήρχαν ακόμα και μερικοί αναρχικοί, οι οποίοι ήταν η πρώτη τέτοια ομάδα που είχε συγκροτηθεί: ο Γιώργος Γαρμπής (που αργότερα άνοιξε το βιβλιοπωλείο «Ελεύθερος Τύπος»), ο Νίκος Μπαλής, ο Μιχάλης Κωνσταντινίδης, η Σύλβια και μερικοί άλλοι, γύρω στα δεκαπέντε άτομα. Ήτανε ενάντιοι σε κάθε κράτος και κάθε εξουσία. Θέλανε Εργατικά Συμβούλια, αλλά χωρίς κυβέρνηση. Αυτή ήταν η βασική κόντρα της εργατικής συνέλευσης...
...Πριν αρχίσει η καταστολή, όλο το κέντρο της Αθήνας ήταν γεμάτο κόσμο στο δρόμο. Η αστυνομία ήταν στην περιφέρεια και ο στρατός δεν είχε εμφανιστεί ακόμα.
Κάποια στιγμή βγήκα από το Πολυτεχνείο, είχα βρει έναν πιτσιρικά μ’ ένα μηχανάκι, κατεβήκαμε τη Στουρνάρη και πιάσαμε την Αχαρνών μέχρι το σταθμό του Ηλεκτρικού στα Κάτω Πατήσια. Όλη η Αχαρνών ήταν γεμάτη, οι πολυκατοικίες είχαν αδειάσει και ο κόσμος ήταν μαζεμένος στα πεζοδρόμια και τις πλατείες. Σιγά σιγά η αστυνομία άρχισε να αδειάζει τετράγωνο-τετράγωνο το δρόμο, μέχρι που φτάσανε να περικυκλώσουν το Πολυτεχνείο. Ένας κόσμος δηλαδή σκορπούσε και έμπαινε στα σπίτια του και ένας άλλος κόσμος υποχωρούσε και στο τέλος, όταν ο κλοιός έφτασε γύρω από το Πολυτεχνείο, μπήκε μέσα.
Τότε ήταν που ήρθαν τα τανκς. Περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει. Προσωπικά δεν πίστευα ότι θα έμπαιναν τα τανκς, επειδή είχε πολύ κόσμο και πολλοί ήταν πάνω στα κάγκελα. Η Πατησίων ήταν γεμάτη αστυνομία, που βρισκόταν σε κανονική παράταξη. Το τανκ έριξε την πόρτα και η πόρτα έπεσε πάνω στη λιμουζίνα του Πρύτανη. Από κάτω ήταν η Πέπη Ρηγοπούλου που ούρλιαζε, όπως και άλλοι που χτυπηθήκαν, που πέσανε από τα κολωνάκια κλπ.
Δημιουργήθηκε πανικός, άρχισε να στριγγλίζει και ο κόσμος που ήτανε από τη μέσα μεριά. Καθώς προχώρησε το τανκ ευθεία μπροστά προς την Αρχιτεκτονική, ξεχυθήκανε από πίσω οι λοκατζήδες και μπήκαν μέσα. Φτάσανε μέχρι τα σκαλιά και όσους ήμασταν μπροστά προς τα κάγκελα, μας στριμώξανε με τις ξιφολόγχες και μας οδηγούσαν προς την πόρτα.
Βγαίνοντας έξω, άλλοι πηγαίναμε προς τα Πατήσια και άλλοι προς την Ομόνοια. Εκεί, μπορούσες να φας όσο ξύλο χώραγε το τομάρι σου, γιατί όλοι αυτοί οι αστυνομικοί, που περνούσαμε ανάμεσά τους και η παράταξή τους έφτανε μέχρι τη Σολωμού από την πλευρά της Ομόνοιας, μας ρίχνανε γκλομπιές, κλωτσιές, γονατιές, μπουνιές, όλα αυτά.
Προσωπικά, μόλις έφτασα στο θέατρο Άλφα άρχισα να πηγαίνω σέρνοντας, δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος από τα χτυπήματα. Ένιωθα παντού χτυπημένος, στα χέρια, στα πόδια, στο κεφάλι και την πλάτη. Εκεί που είναι τώρα η ΔΕΗ ήταν τότε ένα ξενοδοχείο, νομίζω το έλεγαν Ατλάντικ. Κατόρθωσα να φτάσω ως εκεί. Είχαν κατέβει τα γκαρσόνια και οι άλλοι εργαζόμενοι του ξενοδοχείου, μας ανέβαζαν στον ημιώροφο και όποιος είχε χτυπηθεί ή είχε αίματα, τον γιατροπορεύανε. Ήταν 4 η ώρα τη νύχτα.»
Είναι ένα απόσπασμα της αφήγησης για τα γεγονότα του 1973 από τον εμβληματικό αγωνιστή της κινηματικής Αριστεράς Γιάννη Φελέκη, ο οποίος μίλησε στον 105,5 Στο Κόκκινο και τον Αλέξη Βάκη σε δύο έκτακτες δίωρες εκπομπές οι οποίες μεταδόθηκαν την Πέμπτη 16 και την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου.
Ο Γιάννης Φελέκης γεννήθηκε το 1943 και είναι ενεργός στο κίνημα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '50. Στη δεκαετία του '60 ενστερνίστηκε τις ιδέες του επαναστατικού τροτσκισμού από τις οποίες ουδέποτε απομακρύνθηκε και σήμερα είναι στέλεχος της οργάνωσης ΟΚΔΕ- Σπάρτακος που συμμετέχει στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Σε αυτές τις δύο εκπομπές (ακούστε τις εδώ: Μέρος Α΄ - Μέρος Β΄ και Μέρος Γ΄ - Μέρος Δ΄) ο Γιάννης Φελέκης μιλάει αναλυτικά για:
- Τα παιδικά του χρόνια στο Δημαριό της Άρτας
- Την κάθοδό του δεκαπέντε χρονών στην Αθήνα
- Τις πρώτες δουλειές και τη σύνδεση με το συνδικαλιστικό κίνημα
- Το μπαρκάρισμα στα καράβια και την κακήν- κακώς επιστροφή του στον Πειραιά
- Την επαφή με τα μαρξιστικά διαβάσματα και ειδικότερα με το έργο του Λέοντος
Τρότσκι
- Την ένταξη στη Νεολαία Λαμπράκη, αλλά και στις τροτσκιστικές φράξιες που
έκαναν εισοδισμό σε αυτήν
- Το ΚΔΚΕ και τις άλλες τροτσκιστικές συλλογικότητες της εποχής
- Την «εμπλοκή» του στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου
- Τη συμμετοχή στο αντιδικτατορικό κίνημα και τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, αλλά
και τις δύο συλλήψεις με τη φυλάκιση το 1969 και την εξορία στη Γυάρο το 1973
- Τα χρόνια της μεταπολίτευσης και την εκ νέου φυλάκισή του το 1977 μαζί με
άλλους αγωνιστές της Άκρας Αριστεράς και της Αναρχίας
- Το νέο πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα από το 1981 που ανέβηκε το ΠΑΣΟΚ στην
εξουσία
- Τη σημερινή συγκυρία με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση.
(Δημοσιεύτηκε στις 14 Οκτωβρίου 1974 και αποτελεί επίσημο έγγραφο του ελληνικού κράτους.)
Διαβάστε την μελέτη του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. ΚΛΙΚ ΕΔΩ!